Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2013

ΠΛΗΡΕΣ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΓΙΑ ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ 1940!Η ΣΤΙΓΜΗ ΠΟΥ Ο ΗΓΕΤΗΣ Ι.ΜΕΤΑΞΑΣ ΕΓΡΑΨΕ ΙΣΤΟΡΙΑ

Το ιστιολόγιό μας "ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΑ" σας παρουσιάζει ένα εκπληκτικο αφιέρωμα στο έπος του 'ΟΧΙ" του 1940.Τα γεγονότα,το μεγάλο "ΟΧΙ" του Ιωάννη Μεταξά,ο ρόλος της Αλβανίας ως συμμάχου των Ιταλών,η ηρωική μάχη στο ύψωμα 731 είναι μερικά από το θέματα που παρουσιάζουμε σε αυτό το αφιέρωμα. ΑΠΟΛΑΥΣΤΕ ΤΟ:

1)Ένα ΟΧΙ που αναζητείται και σήμερα...

Το ΟΧΙ του κατά τεκμήριο μεγαλύτερου Έλληνα ηγέτη του 20ου αιώνα μαζί με τον Ε.Βενιζέλο, του πρωθυπουργού Ι.Μεταξά, το ξημέρωμα της 28ης Οκτωβρίου 1940 αν και εκφράζει όλο το νόημα και τη διάθεση του Ιωάννη Μεταξά, είναι περιγραφικό αυτού που πραγματικά ειπώθηκε:
«Alors, c'est la guerre» είπε ο Ιωάννης Μεταξάς στα γαλλικά, δηλαδή «αυτό σημαίνει πόλεμος!».
Στην συνάντηση αυτή, κατά την θυγατέρα του Μεταξά, ακολούθησε και η εξής στιχομυθία που ο Γκράτσι δεν την αναφέρει:
-Γκράτσι: «Pas nécessaire, mon excellence» (όχι απαραίτητα εξοχότατε)
-Μεταξάς: «Non, c'est nécessaire» (όχι, είναι απαραίτητο)
Τις πρώτες πρωινές ώρες της 28ης Οκτωβρίου και περίπου την 3η ώρα πρωινή, ο Ιταλός πρέσβης της Ιταλίας Εμμανουέλε Γκράτσι κατευθύνθηκε με υπηρεσιακό αυτοκίνητο της Πρεσβείας της Ιταλίας, στην οικία του Έλληνα πρωθυπουργού Ιωάννη Μεταξά, λίγες ώρες μετά το πέρας της μεγάλης δεξίωσης που είχε παρατεθεί στη πρεσβεία.
Όταν εισήλθε στην οικία του πρωθυπουργού, ο Ιταλός πρέσβης, απέδωσε στον Έλληνα πρωθυπουργό το ιταλικό τελεσίγραφο με το οποίο ζητούσε από την ελληνική πλευρά να επιτρέψει την διέλευση των ιταλικών στρατευμάτων στην ελληνική επικράτεια.
Στο τελεσίγραφο αυτό, η φασιστική κυβέρνηση της Ιταλίας κατηγορούσε την ελληνική κυβέρνηση, αφενός για την επιδειχθείσα ανοχή έναντι των τότε βρετανικών στρατιωτικών επιχειρήσεων στα ελληνικά χωρικά ύδατα, και αφετέρου για προκλητική δράση έναντι του αλβανικού Βασιλείου, το στέμμα του οποίου είχε περάσει στον Βασιλέα της Ιταλίας, ενώ ταυτόχρονα ζητούσε την ανεμπόδιστη προέλαση των ιταλικών στρατευμάτων εντός της χώρας και την κατάληψη συγκοινωνιακών κόμβων.
Η περιγραφή της στιγμής από τον Ιταλό Πρέσβη και τη θυγατέρα Μεταξά
Ο πρέσβης της Ιταλίας Εμμανουέλλε Γκράτσι έγραψε στο βιβλίο του «Η αρχή του τέλους - η επιχείρηση κατά της Ελλάδος» : «Μόλις καθίσαμε, και επειδή η ώρα ήταν λίγα λεπτά μετά τις 3, του είπα αμέσως ότι η Κυβέρνησίς μου, μου είχε αναθέσει να το εγχειρίσω προσωπικά ένα κείμενο, που δεν ήτο τίποτε άλλο, παρά το τελεσίγραφον της Ιταλίας προς την Ελλάδα, με το οποίον η Ιταλική Κυβέρνηση απαιτούσε την ελεύθερη διέλευση των στρατευμάτων της στον Ελληνικό χώρο, από τις 6 π.μ. της 28/10/1940.
Ο Μεταξάς άρχισε να το διαβάζει.
Μέσα από τα γυαλιά του, έβλεπα τα μάτια του να βουρκώνουν.
Όταν τελείωσε την ανάγνωση με κοίταξε κατά πρόσωπο, και με φωνή λυπημένη αλλά σταθερή μου είπε: «Alors, c'est la guerre» (Λοιπόν, έχουμε πόλεμο).»

2)Ο ρόλος της Αλβανίας στην ιταλική εισβολή του 1940
…Ο πόλεμος μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας, που άρχισε την 28η Οκτωβρίου 1940, επεκτάθηκε αυτόματα και μεταξύ Ελλάδας και Αλβανίας.
 
Η Αλβανία, συνδεδεμένη την εποχή εκείνη με καθεστώς “προσωπικής ένωσης” με την Ιταλία, είχε δεχθεί με νόμο του Κοινοβουλίου της (Αλβανικός Νόμος, 10 Ιουνίου 1940) ότι: 
“Το Βασίλειο της Αλβανίας αναγνωρίζει ότι θα βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση με τα κράτη τα οποία θα βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση με το Βασίλειο της Ιταλίας”.
 
Συνεπώς με την κήρυξη του πολέμου από την Ιταλία εναντίον της Ελλάδας βρέθηκε σε εμπόλεμη κατάσταση με την πατρίδα μας. Γι’ αυτό η Ελλάδα με το Βασιλικό Διάταγμα (ΒΔ) της 10ης Νοεμβρίου 1940, το οποίο εκδόθηκε σε εφαρμογή του ΑΝ (Αναγκαστικού Νόμου) 2636/1940 “Περί δικαιοπραξιών εχθρών και μεσεγγυήσεως εχθρικών περιουσιών”, όρισε ως εχθρικά κράτη “την Ιταλία μαζί με τις κτήσεις, τα αυτοκρατορικά της εδάφη και τις αποικίες, καθώς και την Αλβανία”.
 
Ο Ιταλός στρατηγός Βισκόντι Πράσκα σε διαταγή του της 21ης Οκτωβρίου 1940 αποκαλύπτει ότι είχε αναθέσει σε ειδικούς αξιωματικούς, συνοδευόμενους από Αλβανούς οδηγούς, να εκτελούν αναγνωρίσεις στην άμεση περιοχή των συνόρων. Περαιτέρω η διαταγή καθόριζε ότι έπρεπε να οργανωθούν ειδικά τμήματα αποτελούμενα ως επί το πλείστον από Αλβανούς, πλαισιούμενους μόνο από Ιταλούς, και επιφορτισμένα με την εξουδετέρωση των μεμονωμένων Ελλήνων σκοπών και με την αποκοπή των τηλεφωνικών γραμμών.
 
Η προκήρυξη που διάβασε ο πρόεδρος του υπουργικού συμβουλίου Βερλάτσι, στις 28 Οκτωβρίου 1940, αναφέρει μεταξύ άλλων και τα εξής: “…Οι στρατιώτες του ένδοξου Ιταλικού Στρατού, στις τάξεις του οποίου περιλαμβάνονται πολλές μονάδες Αλβανών στρατιωτών…”.
 
Ο Ιταλός ιστορικός Μάριο Τσέρβι γράφει: “Στις ιταλικές μεραρχίες περιλαμβάνονταν επίσης αλβανικά τμήματα (…). Εκπαιδεύτηκαν ακόμα και Αλβανοί, που θα ήθελαν να συμμετάσχουν στις επιχειρήσεις”.
 
Ο Γερμανός καθηγητής Χ. Ρίχτερ σημειώνει: “…Η συνολική δύναμη του Ιταλικού Στρατού στην Αλβανία δύο ημέρες πριν από την επίθεση ανερχόταν σε 140.000 άνδρες, συμπεριλαμβανομένων (…) και των Αλβανών εθελοντών”.
 
Ο Αμερικανός καθηγητής του πανεπιστημίου Χάρτφοντ, Μπ.Φίσερ, στην ανακοίνωση του κατά το Συνέδριο του ΙΜΧΑ (Ίδρυμα Μελετών της Χερσονήσου του Αίμου), τον Οκτώβριο του 1990, ανέφερε σχετικά τα εξής: “Ο Μουσολίνι είχε δώσει διαταγές να υπάρχουν δύο αλβανικά τάγματα σε κάθε ιταλική μεραρχία, που χρησιμοποιήθηκαν για την εισβολή στην Ελλάδα, και επί πλέον είχαν σχηματιστεί τρία τάγματα Αλβανών μελανοχιτώνων, που είχαν το σύνθημα “Πεθαίνουμε όλοι για τον Ντούτσε”.
 
Διάφορες μυστικές διαταγές επιχειρήσεων του διοικητή της, στρατηγού Μάριο Τζιρότι,  Μεραρχίας “Τζούλια”χρονολογούμενες από τις 21 Οκτωβρίου 1940 και μετά, οι οποίες έπεσαν αργότερα στα χέρια του Ελληνικού Στρατού, αποκαλύπτουν ότι είχε αναθέσει εργασίες σε ειδικούς αξιωματικούς, συνοδευόμενους από ντόπιους Αλβανούς, φέροντες ενδυμασίες χωρικών…
 
Κατά την αρχική προέλαση της Μεραρχίας “Τζούλια” στον τομέα της Πίνδου οι επιτιθέμενοι Ιταλοί χρησιμοποιούσαν Αλβανούς οι οποίοι γνώριζαν ελληνικά και φώναζαν στους Ελληνες στρατιώτες να παραδοθούν, λέγοντας ότι ο αγώνας τους ήταν πλέον μάταιος εφόσον στην Αθήνα είχε γίνει επανάσταση, η κυβέρνηση Μεταξά είχε πέσει, η νέα κυβέρνηση είχε συμμαχήσει με τον Άξονα κ.ά.
 
Στις 2 Νοεμβρίου 1940 τάγμα Αλβανών επιτέθηκε στο Καλπάκι απεγνωσμένα, χωρίς επιτυχία. Αλβανοί αυτόμολοι παρείχαν πληροφορίες στον Ελληνικό Στρατό.
 
Ο υποστράτηγος Χαράλαμπος Κατσιμήτρος, διοικητής της VIII Μεραρχίας η οποία αντιμετώπισε την κύρια προσπάθεια της ιταλικής επίθεσης, γράφει για τη συμμετοχή αλβανικών δυνάμεων στον τομέα της Μεραρχίας: “Συμμετείχαν τρία τάγματα μελανοχιτώνων (Ι, II, III), δύο αλβανικά τάγματα πεζικού (“Γκράμος” και “Ντρίνος”), αλβανική ορειβατική πυροβολαρχία (“Νταϊτι”), τάγμα Αλβανών εθελοντών και σώματα άτακτων Αλβανών”.
 
Όπως καταγγέλλει ο υποστράτηγος, κατά τον Οκτώβριο του 1940 ο Αλβανός υπουργός Δικαιοσύνης συγκροτούσε συμμορίες με σκοπό να δράσουν στο ελληνικό έδαφος.
 
Ο αντιστράτηγος Αλέξανδρος Παπάγος, αρχιστράτηγος του Ελληνικού Στρατού κατά τον πόλεμο 1940-41, σημειώνει: “Όλες οι ιταλικές μεραρχίες πεζικού ήταν ενισχυμένες σε πεζικό με τάγματα Αλβανών…”.
 
Ο Β. Πράσκα στο τμήμα του βιβλίου του “Εξέλιξη των επιχειρήσεων από 28 έως 31 Οκτωβρίου 19?, ανακεφαλαιώνοντας γράφει για τη συμμετοχή των αλβανικών μονάδων τα εξής: “…Φάλαγγα “Σολίνας” II Τάγμα της 1ης Λεγεώνας Αλβανών εθελοντών. (…) Κεντρική Φάλαγγα και Διοίκηση Μεραρχίας “Φερράρα” Ι Τάγμα Αλβανών Εθελοντών. (…) Παραλιακό Συγκρότημα… Τα τμήματα διαπεραιώθηκαν με την κάτωθι σειρά… 6) Τα τάγματα Αλβανών εθελοντών “Πεσκοσόλιντο” και “Κιαραβάλλε”. (…) “Τα αλβανικά τάγματα εθελοντών, προπορευόμενα του 3ου Συντάγματος Γρεναδιέρων και κινούμενα…”…”Τα τάγματα Αλβανών εθελοντών, επίσης, ήλεγχαν πλήρως την αμαξιτή οδό (Ηγουμενίτσας-Βάρφανης).
 
Στην επίθεση εναντίον του υψώματος 1289 του Λαπιστέτ, στις 09.30 της 4ης Νοεμβρίου 1940, έλαβε μέρος ένα από τα πιο επίλεκτα τμήματα των Αλβανών, το τάγμα “Τιμόρ”, το οποίο και κατόρθωσε να το καταλάβει. Με άμεση αντεπίθεση των Ελλήνων το τάγμα “Τιμόρ” αναδιπλώθηκε και διασκορπίστηκε στην κοιλάδα με άτακτη φυγή. Υποχρεώθηκαν να επέμβουν οι βερσαλιέροι για να σταματήσουν τους Αλβανούς.
 
Στην αναφορά που ακολούθησε διαπιστώθηκε ότι από τη δύναμη των 1.200 ανδρών του τάγματος είχαν απομείνει μόνο μερικές εκατοντάδες. Μεταξύ των νεκρών ήταν και ο απαρηγόρητος, όπως γράφει ο Μ. Τσέρβι, διοικητής του Τάγματος.
 
Αλβανικό τάγμα στις 25 Νοεμβρίου 1940 συμμετείχε με τα ιταλικά στρατεύματα στην επίθεση για την κατάληψη του σταυροδρομιού παρά το Δελβινάκι. Οι Αλβανοί αρχικά κατέλαβαν το χωριό αλλά την επόμενη με αντεπίθεση των Ελλήνων αυτό ανακαταλήφθηκε. Το αλβανικό τάγμα είχε απώλειες και αρκετοί άνδρες του συνελήφθησαν αιχμάλωτοι.
 
Στις 12 Νοεμβρίου αυτομόλησε στις ελληνικές γραμμές λόχος Αλβανών στρατιωτών με τους αξιωματικούς του.
 
Κατά τις πρώτες ημέρες του πολέμου, οπότε οι Ιταλοί είχαν εισχωρήσει στο ελληνικό έδαφος σε μερικούς τομείς, Αλβανοί με μια σημαία τους εισήλθαν στην Κόνιτσα μαζί με τους Ιταλούς, τον Διαμαντή και τον εξωμότη Ματούση. Ο Διαμαντής μάλιστα εκφώνησε λόγο λέγοντας ότι θα απελευθερώσει την Κόνιτσα και θα σχηματίσει την Ομοσπονδία της Πίνδου.
 
Η απάντηση του Μουσολίνι (22/11) σε επιστολή του Χίτλερ (20/11) αναφέρει μεταξύ των άλλων: Η αποτυχία των Ιταλών οφείλεται και στη λιποταξία των αλβανικών δυνάμεων, οι οποίες στασίασαν εναντίον των Ιταλών…”.
 
Αποκαλυπτικά είναι τα όσα γράφει στο ημερολόγιο του ο Φερνάντε Κομπιόνε, έφεδρος υπολοχαγός πεζικού της 51ης Ορεινής Μεραρχίας “Σιέννα”: “…Κατά το χρονικό διάστημα από 28 Οκτωβρίου ως 14 Νοεμβρίου 1940, οπότε ιταλικά τμήματα είχαν εισχωρήσει σε περιοχές της Ελλάδας, οι Τσάμηδες υποδέχονταν σε όλα τα χωριά τους Ιταλούς ως ελευθερωτές, με ζητωκραυγές και ενθουσιασμό…”.
 
Ο Ιταλός ιστορικός Μ. Τσέρβι γράφει: “Όπως αναφέρει ο στρατηγός Β. Πράσκα σε συζήτηση του με τον Πρίκολο (σ.σ. Αρχηγός του Επιτελείου της Αεροπορίας), ένας εθελοντής, πληγωμένος βαριά, πριν ξεψυχήσει αναφώνησε “Είμαι ευχαριστημένος που πεθαίνω για να μπορέσει ο (Αρχηγός του Επιτελείου της Αεροπορίας) να περάσει”.
 
Κατά τη διάρκεια της ιταλικής εαρινής επίθεσης (Μάρτιος 1941) ο Μουσολίνι επισκεπτόταν διάφορες μονάδες για να τονώσει το ηθικό των ανδρών, στη ζώνη του Δέβολη και στην περιοχή του Βερατίου. Μεταξύ άλλων επισκέφθηκε ομάδες ταγμάτων και εθελοντών Αλβανών, των ιδίων για τους οποίους αρχικά εκείνος και ο Τσιάνο πίστευαν ότι είχαν προκαλέσει τις πρώτες ιταλικές ήττες. Κατά τις συνομιλίες που είχε μαζί τους έμεινε ενθουσιασμένος από το παράστημα και το πολεμικό τους μένος.
 
Ο Γερμανός συγγραφέας Βίλιμπαλντ Κόλεγκερ, σε βιβλίο του που κυκλοφόρησε το 1942, για τη στάση των Αλβανών κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο 1940-41 γράφει τα εξής: “…Οι Ελληνες αναγκάζονταν να πολεμούν εναντίον Αλβανών συμμοριτών, κατά τη στιγμή που Αλβανοί εθελοντές προσέρχονταν αθρόα στις ιταλικές φάλαγγες. Δεν αγνοούσαν οι απόγονοι του Σκεντέρμπεη ποίοι ήταν οι πραγματικοί φίλοι τους. (…) Αγωνίσθηκαν με επιμονή και γενναιότητα όπου και αν τοποθετήθηκαν. (…). Απειράριθμες υπήρξαν οι περιπτώσεις απονομής τιμητικών διακρίσεων σε Αλβανούς…”.
 
Ο Μ. Τσέρβι γράφει ότι ο τοποτηρητής Τζακομόνι πληροφορούσε τον βασιλιά της Ιταλίας: “…Εδώ και έναν μήνα οι Αλβανοί είναι εξαιρετικά έμπιστοι και άριστα προσαρμοσμένοι στο περιβάλλον, το φρόνημα τους στέκεται ψηλά, η δε εργατικότητα και η αποδοτικότητα των υπαλλήλων κρίνεται εξαιρετική…”.
 
Ο Τζακομόνι είχε οργανώσει, όπως γράφει ο Μ. Τσέρβι, “ομάδες Αλβανών για τη διενέργεια δολιοφθορών, που ο ρόλος τους ήταν να εισχωρούν στο ελληνικό έδαφος και να προβαίνουν σε καταστροφή του τηλεφωνικού δικτύου, να καταστρέφουν φυλάκια, να αφοπλίζουν φρουρούς, να προκαλούν ταραχές στα μετόπισθεν, να διενεργούν δολοφονικές απόπειρες εναντίον στρατηγών του εχθρικού στρατοπέδου και να προπαρασκευάζουν και να υποκινούν κινήματα ανάμεσα στη λαϊκή μάζα”. Ο Ιταλικός Στρατός δεν είχε ποτέ την ευκαιρία να επωφεληθεί από τη δραστηριότητα τους.
 
Ο στρατηγός Μπαντόλιο στα απομνημονεύματα του αναφέρει: “Οι Ελληνες δεν έδειξαν καμμία διάθεση συνεργασίας. Αντίθετα οι Αλβανοί στρατιώτες, που υπό μορφή ταγμάτων συμμετείχαν στις δικές μας μεραρχίες, αποδείχθηκαν άπιστοι και δόλιοι, καθώς επιδόθηκαν σε πράξεις δολιοφθοράς εναντίον μας, ή πέρασαν στις τάξεις των Ελλήνων…”.
 
Ο στρατηγός Αλ. Εδιπίδης γράφει ότι “Τμήματα αλβανικά, άρτια συγκροτημένα και με ομοιογενή στελέχη (αξιωματικοί και στρατιώτες Αλβανοί) πολέμησαν στις 27 Νοεμβρίου στο Φράσερι προς την Κλεισούρα).
 
Ο πρεσβευτής Άδωνις Κύρου σημειώνει: “…Όταν, τέλος, εξερράγη ο Ελληνο-Ιταλικός πόλεμος, συμμετέσχον εις αυτόν παρά το πλευρόν των Ιταλών με ενθουσιασμόν και ανθελληνικήν λύσσαν άπειροι Αλβανοί – ενώ ουδείς εξ αυτών εσκέφθη να προσδράμη εις βοήθειαν του νικηφόρου Ελληνικού Στρατού, καίτοι ούτος, συμφώνως προς την ραδιοφωνικήν διακήρυξιν του Ιωάννου Μεταξά, ήρχετο προς αποκατάστασιν της αλβανικής ελευθερίας, ανεξαρτησίας και ακεραιότητας…”.
 
Όταν ο Ελληνικός Στρατός προήλαυνε εντός του αλβανικού εδάφους, τα περισσότερα σώματα στρατού των Αλβανών είχαν διαλυθεί, ενώ στα πρόσωπα των λιγοστών Αλβανών που εκινούντο στους δρόμους, ανάμεσα στους Ιταλούς, ζωγραφιζόταν άγριος θυμός εναντίον ενός στρατεύματος που το νόμιζαν παντοδύναμο και το έβλεπαν να οπισθοχωρεί μπροστά στις ελληνικές δυνάμεις.
 
Η Αγγλίδα ιστορικός Μ. Βίκερς τοποθετείται διαφορετικά: “…Η αλβανική κοινή γνώμη αρχικά πανηγύρισε για τον ελληνικό θρίαμβο, η στάση της όμως άλλαξε όταν η Αθήνα άρχισε να φανερώνει τις προθέσεις της να προσαρτήσει τη νότια Αλβανία…”(!!!).
 
Ενώ υπάρχουν όλα τα παραπάνω περί συμμετοχής των Αλβανών στον πόλεμο, οι Αλβανοί ιστορικοί, διαστρεβλώνοντας την πραγματικότητα, προσπάθησαν μεταπολεμικά να μας πείσουν ότι δεν συμμετείχαν με το μέρος των Ιταλών ή ότι συμμετείχαν λίγα τμήματα δια της βίας.
 
Συγκεκριμένα οι Αλβανοί ιστορικοί Σ. Πόλο και Α. Πούτο γράφουν σχετικά τα εξής: “Τα δύο αλβανικά τάγματα που στάλθηκαν με τη βία στον πόλεμο του 1940 αρνήθηκαν να πολεμήσουν. Οι Ιταλοί τους έκλεισαν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στην κεντρική Αλβανία. (….) Στην ελληνική κυβέρνηση η πορεία των γεγονότων φαινόταν πως έδινε την ευκαιρία να πραγματοποιήσει τα παλαιά προσαρτιστικά σχέδια τους για τις περιοχές της Κόρτσας (σ.σ. Κορυτσάς) και του Γκιροκάστρ (σ.σ. Αργυρόκαστρου)”.
 
Σε άλλο σημείο συνεχίζουν: “Το 1940 ήταν μοναδική ευκαιρία να ενωθεί με τον Ελληνικό Στρατό ο Αλβανικός”.
 
Έτσι εξηγείται η κατηγορηματική άρνηση του Ελληνικού Στρατηγείου στην πρόταση των Αλβανών αντιφασιστών πατριωτών να σχηματίσουν δύο τάγματα και να πολεμήσουν με την εθνική τους σημαία στο πλευρό των ελληνικών δυνάμεων εναντίον των Ιταλών εισβολέων !
 
Στην πραγματικότητα οι Αλβανοί έδειξαν πλήρη δυσπιστία και απροθυμία να συνεργαστούν με τον Ελληνικό Στρατό. Αντιθέτως συνεργάστηκαν με τους Ιταλούς. Ο Ιταλός παρατηρητής Τζακομόνι βεβαίωσε κατηγορηματικά και με συγκεκριμένα στοιχεία, ενώπιον του Ανώτατου Ιταλικού Δικαστηρίου, τα εξής: “Και οι Αλβανοί βοήθησαν παντού και πάντα τον Ιταλικό Στρατό, χωρίς να σημειωθεί πουθενά οποιοδήποτε επεισόδιο.
 
1941 – ΛΗΞΗ Β’ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
 
Μετά τη γερμανική εισβολή στην Ελλάδα (Απρίλιος 1941) και την υπογραφή της συνθηκολόγησης με τη Γερμανία ο Ελληνικός Στρατός αποχώρησε από τη Βόρεια Ήπειρο χωρίς παρενόχληση των Ιταλών. Μετά την είσοδο των γερμανικών και των ιταλικών στρατευμάτων στη χώρα μας ιταλικές δυνάμεις παρέμειναν στην Αλβανία ως στρατός κατοχής.
 
Στις 3 Μαΐου 1941, λίγο μετά την είσοδο των γερμανικών στρατευμάτων στην Αθήνα, όπως γράφει ο ιστορικός Δημ. Μιχαλόπουλος, “ειδική επιτροπή”, που είχε συγκροτηθεί με εντολή της αλβανικής κυβέρνησης, υπέβαλε στο Βασιλικό Υπουργείο Εξωτερικών στη Ρώμη υπόμνημα στο οποίο περιέχονταν οι διεκδικήσεις της Αλβανίας σε βάρος της Γιουγκοσλαβίας και της Ελλάδας.
 
Όσον αφορά την Ελλάδα στις διεκδικήσεις περιλαμβάνονταν, εκτός από την Τσαμουριά, τα Ιωάννινα και η Πρέβεζα “μαζί με τις περιφέρειες τους”, δηλαδή το μεγαλύτερο μέρος της Ηπείρου. Τα Τίρανα ζητούσαν τότε την “ένωση” των εδαφών αυτών, όπως και ορισμένων άλλων ελληνικών περιοχών (στη Δυτική Μακεδονία κυρίως), με το αλβανικό κράτος. Η κατοχή της Ελλάδας από τις δυνάμεις του Άξονα δεν επέφερε την πραγματοποίηση των αλβανικών επιδιώξεων.
 
Οι Αλβανοί κατά τη διάρκεια της ιταλικής κατοχής, αν και υπήρχαν ομάδες αντίστασης, ουσιαστικά συνεργάζονταν με τους Ιταλούς. Όταν συνθηκολόγησε η Ιταλία, το 1943, η Αλβανία καταλήφθηκε από τα γερμανικά στρατεύματα. Και πάλι οι Αλβανοί, ιδίως οι Τσάμηδες, συνεργάστηκαν με τα στρατεύματα κατοχής, σε βάρος των Ελλήνων. Η Μ. Βίκερς γράφει ότι “κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής στην Αλβανία οι Γερμανοί σχημάτισαν μια αλβανική μεραρχία SS.
 
Στις 17 Απριλίου 1944 δημιουργήθηκε μια μονάδα 35 αποτελούμενη αποκλειστικά από Αλβανούς, με την ονομασία 21 Waffen – Gebirgs – Division der SS «Skanderberg» (albanische Nr.1). Οι στολές τους ήταν ίδιες με τις στολές των γερμανικών SS, αλλά τα σύμβολα τους ήταν αλβανικά. Η μονάδα αυτή δημιουργήθηκε με οδηγίες του ίδιου του Χάινριχ Χίμλερ και απαρτιζόταν από 11.398 στρατιώτες αλβανικής καταγωγής, οι οποίοι προέρχονταν από τον Αλβανικό Στρατό, τις ειδικές δυνάμεις της αστυνομίας, αλλά και παραστρατιωτικές ομάδες και συμμορίες εγκληματιών.
 
Ήταν υπό τις διαταγές και τον έλεγχο του Αλβανού κατοχικού πρωθυπουργού Ξαφέρ Ντεβά. Δημιουργήθηκε προκειμένου τα γερμανικά στρατεύματα να μεταφερθούν από την Ελλάδα και τα κεντρικά Βαλκάνια στην Αδριατική και να ενισχύσουν την άμυνα, η οποία είχε αποδυναμωθεί μετά τη συνθηκολόγηση των Ιταλών και την απόσυρση των στρατευμάτων τους από την περιοχή. Η δημιουργία της SS Skanderbey Division αποτέλεσε τη μεγαλύτερη ευκαιρία για τη δημιουργία της “Μεγάλης Αλβανίας”.
 
 
 
Το έργο των ΑλβανώνSS περιελάμβανε δολοφονίες ορθοδόξων ιερέων, καταστροφές ορθοδόξων ναών, βιασμούς, κλοπές αλλά και πλήρη κάλυψη των γερμανικών στρατευμάτων κατά την αποχώρηση τους από την Ελλάδα και αργότερα από τη Σερβία.
 
Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι οπαδοί του Μπάλλι Κομπετάρ (Εθνικιστικό Κόμμα) είχαν επίσης συνεργασθεί με τους Γερμανούς.
 
Ολοκληρώνοντας αξίζει να αναφέρουμε ότι η εχθρική στάση των Αλβανών έναντι της χώρας μας είχε συνέχεια. Ενα χαρακτηριστικό γεγονός αφορά την προσπάθεια συνεργασίας των ανταρτικών δυνάμεων του Ναπολέοντα Ζέρβα ΕΟΕΑ-ΕΔΕΣ με τις ΜΑΒΗ (Μονάδες Απελευθέρωσης Β. Ηπείρου). Η προσπάθεια αυτή απέτυχε λόγω επέμβασης του Κ.Κ. Αλβανίας, το οποίο διέλυσε τελικά τις ΜΑΒΗ -μάλιστα τα περισσότερα στελέχη τους δολοφονήθηκαν.
 
Σε μια άλλη περίπτωση έγινε προσπάθεια ενοποίησης της Αλβανίας με την Ελλάδα. Συγκεκριμένα ορισμένοι Αλβανοί προύχοντες κατά την κατοχή ήλθαν σε συνεννόηση με Ελληνες πολιτικούς στη Θεσσαλονίκη για την ίδρυση Ελληνο-Αλβανικής Ομοσπονδίας. Η κίνηση αυτή απέτυχε λόγω αντίδρασης της αριστεράς της Αλβανίας. Όλοι όσοι συμμετείχαν δολοφονήθηκαν.
 
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
 
Από την αναγνώριση της Αλβανίας ως ανεξάρτητου κράτους μέχρι την κατάληψη της από τους Ιταλούς (Απρίλιος 1939), οι σχέσεις της με την Ελλάδα ήταν σχετικά καλές. Στη συνέχεια, όμως, η ιταλική προπαγάνδα στήριξε τις αλυτρωτικές διαθέσεις της Αλβανίας. Ο αλβανικός Τύπος δημοσίευε άρθρα κατά της Ελλάδας και καλλιεργούσε το όνειρο της “Μεγάλης Αλβανίας”.
 
Με την επίθεση των Ιταλών κατά της Ελλάδας, τον Οκτώβριο του 1940, αλβανικά τάγματα πεζικού και εθελοντών και σώματα άτακτων είχαν ενταχθεί στους ιταλικούς σχηματισμούς και έλαβαν ενεργά μέρος στις επιχειρήσεις. Εκτιμάται ότι συμμετείχαν 8-10 τάγματα Αλβανών. Η συμπεριφορά των Αλβανών πολιτών έναντι των Ελλήνων στρατιωτών το 1940-41 ήταν εχθρική, ενώ προς τους Ιταλούς φιλική.
 
Τα γεγονότα που έλαβαν χώρα από τον Απρίλιο του 1939 και μετά, πείθουν ότι οι Αλβανοί μισούσαν και εξακολουθούν να μισούν κάθε τι ελληνικό και ορθόδοξο χριστιανικό. Υπήρξαν πάντα εχθροί της Ελλάδας. Συνεργάσθηκαν με τον Άξονα κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Πάντα είχαν και εξακολουθούν να έχουν ως απώτερο σκοπό την ίδρυση της “Μεγάλης Αλβανίας”.
 
Δυστυχώς έναντι των “καλών υπηρεσιών” των Αλβανών η Ελλάδα το 1971 αποκατέστησε τις διπλωματικές σχέσεις της με τη γείτονα, με την ελπίδα ότι θα προστατεύονταν καλύτερα τα δικαιώματα της ελληνικής μειονότητας της Βόρειας Ηπείρου. Επίσης το 1987 η Ελλάδα, ενεργώντας μονομερώς, κατάργησε την εμπόλεμη κατάσταση με την Αλβανία, καθεστώς που ίσχυε από τον Νοέμβριο του 1940, χωρίς να εξασφαλίσει εγγυήσεις για την ελληνική μειονότητα της Βόρειας Ηπείρου.
 
 
Ένας τιτάνιος αγώνας διεξήχθη στο ύψωμα 731 (υψόμετρο) κατά την «Εαρινή Επίθεση» των Ιταλών στα μέσα Μαρτίου 1941, προκειμένου οι ιταλικές φασιστικές δυνάμεις με την παρουσία του ίδιου δικτάτορα Μουσολίνι -μετά από τέσσερις μήνες πόλεμο - να δρέψουν μία νίκη κατά της Ελλάδας και να κατέβουν μαζί με τις ναζιστικές δυνάμεις των Γερμανών «νικητές» στην Αθήνα! Το 731 όμως, ανέτρεψε τα σχέδια του(ς). Στο ύψωμα αυτό, καθώς και στα γειτονικά υψώματα, πολέμησαν οι άνδρες του 5ου Συντάγματος της 1ης Μεραρχίας πού κατάγονταν κυρίως από την Καρδίτσα και τα Τρίκαλα.
 
Η Ιστορία για το 731 γράφει: "Επί 7 ημέρες, ως τις 15 Μαρτίου η μεραρχία δοκιμάστηκε σκληρά, αλλά απέκρουσε τα κύματα των επιτιθέμενων αντιπάλων. Οι επιθέσεις και αντεπιθέσεις άρχιζαν με πυκνό κανονιοβολισμό που κατέσκαβε τα υψώματα, για να καταλήξουν σε συμπλοκές, όπου το λόγο είχαν η χειροβομβίδα και η λόγχη. Το ύψωμα 731, μεταξύ Αώου και Άψου, έμεινε θρυλικό.
 
Ως τις 19 Μαρτίου, μετά από σχετική τριήμερη ανάπαυλα, οι Ιταλοί εξαπέλυσαν κατά του υψώματος 731 όχι λιγότερες από 18 επιθέσεις. Το «731», όπως έμεινε γνωστό στην πολεμική ιστορία και των δύο αντιπάλων, υπήρξε ίσως ένα από τα πιο αιματοβαμμένα υψώματα ολόκληρου του παγκοσμίου πολέμου". (ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, Εκδοτική Αθηνών Α.Ε. 1978, τόμος ΙΕ, σελ.441-442).
 
Ο λογοτέχνης και ακαδημαϊκός Άγγελος Τερζάκης, πολεμιστής του 1940, γράφει: "Ξημερώνει η 10 Μαρτίου 1941 ,ημέρα Δευτέρα, και το πυροβολικό του Καβαλλέρο ξαναρχίζει. Ξαναρχίζει από την Τρεμπεσίνα, με πείσμα διπλό, γιατί η πρώτη μέρα χάθηκε κι αυτό είναι άσχημο για μιαν επίθεση, που πρέπει να το πετύχει στις πρώτες ώρες της.
 
Το κανονίδι τώρα απλώνεται ανατολικά, στο 731. Είναι τέτοιο που μόνο με τους θρυλικούς βομβαρδισμούς του Βερντέν, στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, μπορεί να παραβληθεί. Τ' ακούει και ζαρώνει περίτρομη η ψυχή του ανθρώπου. Τα ελληνικά πυρά της έκοψαν την ορμή, ως που το μεσημέρι οι Ιταλοί ενισχυμένοι με νέες δυνάμεις, ξανάρχισαν, όμως, το πεζικό κατόρθωσε με μόνα τα δικά του να σπάσει το πρώτο κύμα του εχθρού.  
 
 
Στις 6 τ' απόγεμα οι Ιταλοί άνοιγαν μεγάλη φωτιά κατά του 731. Χίμηξαν ύστερα με ταυτόχρονη προσπάθεια να το υπερκεράσουν από τη δημοσιά, ενώ έπιαναν και να βομβαρδίζουν την Τρεμπεσίνα. Ήταν η έβδομη επίθεσή τους για το 731. Το ύψωμα έμπαινε πια, ζωσμένο με φλόγες στο θρύλο" (Άγγελος Τερζάκης, ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΟΠΟΙΪΑ 1940-1941, Αθήναι 1964, σελ.177-178).
 
Στο προσωπικό χειρόγραφο ημερολόγιο του Ταγματάρχη (τότε) Δημήτριου Κασλά, από το Πουρί Ζαγοράς, Διοικητή του ΙΙ (2ου) Τάγματος του 5ου Συντάγματος Τρικάλων, που με τους στρατιώτες του υπερασπίστηκε το ύψωμα 731, αναφέρει:
 
"(Ημέρα πρώτη: Κυριακή 9η Μαρτίου 1941, «έναρξις της επιθέσεως»)
 
(Πρωινές ώρες): Την 06:30 ώραν ήρξατο τρομακτικόν και καταιγιστικόν πυρ του εχθρικού Πυροβολικού και όλμων. Η πρώτη ομοβροντία μιας βαρέως Πυροβολαρχίας ερρίφθη ακριβώς την 06:30 ώραν επί του υψώματος 731, όπου ο Σταθμός Διοικήσεώς μου ήτο το σύνθημα της ενάρξεως της βολής.
 
Ο βομβαρδισμός συνεχίζεται με αυξάνουσαν έντασιν. Σμήνη αεροπλάνων ρίπτουν συνεχώς τα φορτία των επί των υψωμάτων 731 και 717. Το ύψωμα 731, όπου το Τάγμα μου, σείεται συνεχώς, σκόνη, φωτιά και καπνός, η ατμόσφαιρα είναι βαρειά, δύσκολα αναπνέει κανείς από τα αέρια των εκρήξεων, κόλασις πυρός, μας περιβάλλαν καπνοί και αι φλόγες, δεν ημπορούμε να διακρίνουμε τι γίνεται εις απόστασιν 10 μέτρων.  
 
Το ύψωμα 731 ήτο δασωμένον με δέντρα ύψους 4-5 μέτρων, εντός διώρου έμεινε γυμνόν.
 
Τα συρματοπλέγματά μας κατεστράφησαν, τα χαρακώματα ισοπεδώθηκαν, οι στρατιώται καλύπτονται εις τας οπάς των οβίδων και αγωνίζονται απεγνωσμένα να επανορθώσουν τας ζημίας, ιδίως να προστατεύσουν τα πολυβόλα και οπλοπολυβόλα από την καταστροφήν, από τις πέτρες και χώματα που εγείροντο από τας εκρήξεις. Τα υπάρχοντα επί του υψώματος 731 δύο πυροβόλα των 6,5 και αντιαρματικός ουλαμός των 37 κατεστράφησαν ολοτελώς.
 
Περί την 07:30 ώραν κατόρθωσα να επικοινωνήσω τηλεγραφικώς δια λίγα λεπτά με τον Συνταγματάρχην Κετσέαν, επίσης μετά του Διοικητού του Συγκροτήματος Συνταγματάρχου Γεωργούλα Ν., οι οποίοι αγωνιούσαν να πληροφορηθούν την κατάστασίν μας. Με ερώτησαν εάν οι άνδρες του Τάγματος κρατούν τας θέσεις των, τους απάντησα ότι οι Λόχοι ευρίσκονται εις τας θέσεις των. Μου διεβίβασεν την εξής Διαταγήν γραπτήν. «Επί των θέσεών σας θ' αμυνθήτε μέχρις εσχάτων, Η Πατρίς, η Ανωτάτη Διοίκησις απαιτεί να κρατήσητε ψηλά την τιμήν των όπλων».
 
...............Του απήντησα ότιδήποτε και αν συμβή δεν θα εγκαταλείψωμεν το 731 και έχω πεποίθησιν ότι δεν θα περάσουν οι Ιταλοί.
 
Περί την 8ην ώραν το Πυροβολικόν του εχθρού ήρχισε να επιμηκύνη την βολήν του εις τα μετόπισθεν του Τάγματος και την 08:30 έπαυσεν την βολήν του επί των υψωμάτων 731 και 717. ΄Ητο φανερόν πλέον ότι θα ήρχιζεν η επίθεσις των Ιταλών. Διέταξα τους Λόχους να ετοιμάσουν τα αυτόματα και να μη βάλουν από μεγάλας αποστάσεις, παρά μόνον όταν οι Ιταλοί θα έφθαναν εις ωρισμένα σημεία του εδάφους που υπεδείχθησαν επί τόπου εις απόστασιν περίπου 200 μέτρων.
 
Περί την 09:30 ώραν οι Ιταλοί χρησιμοποιούντες τας δεξιά του 5ου Λόχου βαθείας γραμμάς πλησιάζουν επικινδύνως και προσεγγίζουν τα κατεστραμμένα συρματοπλέγματα. Αρχίζει πλέον ο αγών διά της χειροβομβίδος. Οι Ιταλοί δοκιμάζουν με τρόμον και φωνάς τα καταστρεπτικά αποτελέσματα των αμυντικών μας χειροβομβίδων.
 
(Μεσημέρι): Την μεσημβρίαν προσπαθούν οι Ιταλοί να επαναλάβουν την επίθεσίν των, αλλά ευθύς ως αναπτύσσονται καθηλούνται και διασκορπίζονται από το Πυροβολικό και τα Πολυβόλα μας.
 
(Απόγευμα): Το απόγευμα και ενώ μέχρι της στιγμής εκείνης τα εχθρικά πυρά είχον αραιωθή, εκσπά και νέα επίθεσις μετά σφοδρού βομβαρδισμού, εφ' ολοκλήρου του τομέως της Ι Μεραρχίας και ανασκάπτεται πάλιν το έδαφος από το πυροβολικόν και τας βόμβας αεροπλάνων. Οι στρατιώται περιμένουν να πλησιάσουν τα εχθρικά τμήματα πεζικού, τα παραλαμβάνουν με τα αυτόματα και τα αποδεκατίζουν με επιτυχείς ριπές και όταν ο εχθρός χρησιμοποιή τας βαθείας γραμμάς και προσεγγίζει τα χαρακώματα, επιτίθενται διά της χειροβομβίδος και της λόγχης.
 
Οι Ιταλοί όμως δεν παραιτούνται. Δοκιμάζουν διά μία ακόμα φοράν, προτού νυκτώση, να διασπάσουν τας γραμμάς μας επί του υψώματος 731.Και η προσπάθεια αυτή αποκρούεται σε σοβαροτάτας απωλείας.
 
(Βράδυ): Η νύκτα μας βρίσκει όλους εξηντλημένους σωματικώς. Είμεθα όλη την ημέραν νηστικοί. Εν τούτοις κανείς δεν θέλει να φάγη. Έχουμε άφθονο κονιάκ. Οι Λόχοι δεν ζητούν ψωμί αλλά χειροβομβίδας αμυντικάς και σκαπανικά εργαλεία. Καθ' όλην την νύκτα οι ημιονηγοί του Τάγματος, οι αφανείς αυτοί ήρωες επηγαινοερχόνταν εις τον σταθμόν εφοδιασμού διά να μας φέρουν εκατοντάδας φορτίων χειροβομβίδων, πυρομαχικών και λοιπών εφοδίων.
 
(Ημέρα δεύτερη: Δευτέρα 10 Μαρτίου 1941).
 
(Πρωινές ώρες): «Την 7ην πρωινήν ήρχισε πάλιν το ιταλικόν πυροβολικόν. Εις τας 9 ώρα αρχίζει η Ιταλική επίθεσις. Αυτήν την ημέραν κατευθύνεται προς το αριστερόν μας διά να υπερφαλαγγίσουν το 731 εκ του αριστερού. Οι Ιταλοί κινούνται με μυρίας προφυλάξεις, τους καταλαμβάνει πρώτον το Πυροβολικόν μας και τους αποδεκατίζει. Το Πυροβολικόν των Ιταλών προσπαθεί να υποστηρίζει την κινουμένην φάλαγγα. Οι Ιταλοί προχωρούν κατά διαδοχικά κύματα με προφανή σκοπόν να καταλάβουν οπωσδήποτε το 731, χωρίς να λαμβάνουν υπ' όψιν τας απωλείας των.  
 
Οι Ιταλοί φθάνουν εις απόστασιν από 50-100 μ. από την γραμμήν αντιστάσεως. Διά να εξαπατήσουν τους στρατιώτας μας υψώνουν λευκά μανδίλια, προς στιγμήν υπέθεσαν ότι επρόκειτο να παραδοθούν. Αντελήφθην εκ πρώτης στιγμής ότι επρόκειτο περί απάτης. Επενέβην αμέσως, διέταξα έντασιν των πυρών διά χεροβομβίδων και τοπικήν αντεπίθεσιν. Οι Στρατιώται κραυγάζοντες την περίφημον πολεμικήν ιαχήν «αέρα» διά της λόγχης και των χειροβομβίδων αιφνιδιάζουν τους Ιταλούς, οι οποίοι αρχίζουν να τρέχουν προς τα οπίσω, μεταβαλόντες την υποχώρησίν των εις πανικόβλητον φυγήν. Η επίθεσις των συνετρίβη.
 
(Μεσημέρι): Ολίγον προ της μεσημβρίας διεξάγεται νέα προσπάθεια εις το ίδιο σημείον παρά Ιταλών κατόπιν πάλιν προπαρασκευής διά σφοδρού βομβαρδισμού και η επίθεσις αύτη συνετρίβη προ του ακαμάτου ηρωισμού των Λόχων, διά της λόγχης, μέχρι την 12:30 ώραν τρέπομεν εις νέαν άτακτον φυγήν τους Ιταλούς.
 
(Απόγευμα): ... Εις τας 06:30 αρχίζει βομβαρδισμός επί των υψωμάτων 731 και 717 και μετ' ολίγον νέα επίθεσις των Ιταλών και κατά των δύο πλευρών του υψώματος 731, δηλαδή εναντίον και των δύο Λόχων μου. Και η επίθεσις αυτή απεκρούσθη με βαρυτάτας απωλείας διά τον εχθρόν.
 
(Βράδυ): Προς το εσπέρας νομίζουν ότι θα κλονίσουν το ηθικόν των στρατιωτών μας, ρίπτουν δι' αεροπλάνων χιλιάδας προκηρύξεις, καλούν τους στρατιώτας μας να ρίψουν τα όπλα και να σπεύσουν να παραδοθούν. Αι προκηρύξεις αυταί μόνον γέλωτας προσέφερον εις τους ηρωικούς οπλίτας.
 
Και η δευτέρα ημέρα της επιθέσεως έκλεισε με την απόλυτον διατήρησιν των θέσεών μας επί του υψώματος 731, καθώς επίσης και το δεξιά μου ΙΙΙ Τάγμα επί του υψώματος 717".
 
Η «Εαρινή Επίθεση» των Ιταλών απέτυχε. Ο Μουσολίνι έφυγε ταπεινωμένος. Το ύψωμα 731 έγινε δόξα και το όνομά του γράφτηκε στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη: «731».
 
Η ανιδιοτελής τους θυσία ας μας ωθήσει μέσα στην τύρβη της βαριάς μας καθημερινότητας να αναλογιστούμε: τιμή σ’ όσους κρατούνε Θερμοπύλες, κι ας ξέρουν πως οι βάρβαροι στο τέλος θα διαβούνε…
 
Η ηρωική αντίσταση των Συμπολιτών μας Ελλήνων στο Ύψωμα 731 είναι μεγάλης, απροσμέτρητης σημασίας, τόσο σε Πανελλήνιο όσο και σε τοπικό επίπεδο. Οι ήρωες αυτοί έκαναν στην εντέλεια το καθήκον τους προς την πατρίδα. Κι ήταν οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας, απλοί, καθημερινοί, ταπεινοί άνθρωποι του λαού. Το γεγονός αυτό καταξιώνει με τρόπο απόλυτα ηθικό τη θυσία των υπερασπιστών του Υψώματος 731.
 
Όπως, μάλιστα, συγκινημένος, δηλώνει ο σημαιοφόρος του 5ου Συντάγματος στο σχετικό ντοκιμαντέρ της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Τρικάλων, η έννοια της εκπλήρωσης του καθήκοντος προς την πατρίδα δεν εξαγοράζεται ούτε ανταλλάσσεται , για τους αγνούς πατριώτες εκείνης της ηρωικής γενιάς, με θέσεις και διορισμούς στο δημόσιο. Είναι εξόχως αποστομωτική η μαρτυρία του, η μαρτυρία ενός ανθρώπου που μέσα στη φωτιά και τη δίνη του πολέμου, μέσα στη φτώχεια, τη στέρηση και την πείνα, μέσα σε συνθήκες ταπεινωτικές, σχεδόν άθλιες, δεν έχασε στιγμή την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και περηφάνια του.
 
Ακούγοντας, κυριολεκτικά και νοερά τις μαρτυρίες των αυτοπτών μαρτύρων, αυτών που βίωσαν στο πετσί τους τα ηρωικά ιστορικά γεγονότα, συνειδητοποιούμε πως το Ύψωμα 731, χαραγμένο στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, είναι συνώνυμο της Δόξας, αριθμός – σύμβολο του ηρωισμού του απλού, καθημερινού ανθρώπου: των ηρώων που περπατούν ακόμη στα σκοτεινά όταν τους καταπίνει η λήθη της ιστορίας. Ας τους θυμόμαστε, αρνούμενοι να υποκύψουμε στη λήθη αυτή, ως φωτεινά μετέωρα στο στερέωμα της Σύγχρονης, πρόσφατης Ιστορίας μας.
 
Νοερά τους αντικρίζουμε στις ράχες και στα κορφοβούνια της Πίνδου να περπατούν στα σκοτεινά και να καταυγάζουν με το εσωτερικό τους φως τη δική μας, σημερινή σκοτεινιά… Ας εμπνευστούμε όλοι από την ηρωική τους θυσία σε έργα προόδου, ειρήνης, δικαιοσύνης, τιμώντας όσους κρατούνε Θερμοπύλες, κι ας ξέρουν πως οι βάρβαροι στο τέλος θα περάσουν. 

"ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΑ"

Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2013

ΑΦΙΕΡΩΜΑ:Φωτογραφικά ντοκουμέντα για το έπος της 28ης Οκτωβρίου 1940!


Το ιστιολόγιό μας "ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΑ" (http://ellinwnistoria.blogspot.gr/) θα κάνει μία σειρά με αφιερώματα για το έπος της 28ης Οκτωβρίου 1940 (όπου η Ελλάς υπό την κυβέρνηση του Ιωάννου Μεταξά διέλυσε την φασιστική Ιταλία που μας επιτέθηκε λέγοντας το ιστορικό "ΟΧΙ") ξεκινόντας με ένα εκπληκτικό αφιέρωμα με φωτογραφικά ντοκουμέντα της εποχής εκείνης.Ας αρχίσουμε λοιπόν την περιήγησή μας.

Αρχίζουμε με τα εξώφυλλα των εφημερίδων το πρωί της 28ης Οκτωβρίου:

Συνεχίζουμε με το χειρόγραφο σημείωμα του ίδιου του Ιωάννη Μεταξά στο ημερολόγιό του:




Η μεγάλη ΝΙΚΗ της ΠΑΤΡΙΔΟΣ ΜΑΣ και του ΣΤΡΑΤΟΥ ΜΑΣ δεν αργεί να έρθει. Η ΕΛΛΑΣ όχι μόνον αμύνθηκε αλλά πέρασε και στην επίθεση απελευθερώνοντας την Ελληνική Βόρειο Ήπειρο.
Η εφημερίδες γράφουν για τις μεγαλειώδεις νίκες του στατού μας.Δείτε:



Ο Ελληνικός λαός στους δρόμους πανηγυρίζει την νίκη:


Ο Ελληνικός ΣΤΡΑΤΟΣ πολεμάει στα βουνά υπό αντίξοες συνθήκες:



Τέλος οι γελοιγραφίες της εποχής δίνουν χαρακτηρισρικά το στίγμα του ΕΠΟΥΣ:



"ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΑ"
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΘΕΜΑΤΩΝ ΤΙΣ ΕΝΔΟΞΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ




Δευτέρα 21 Οκτωβρίου 2013

Σαν σήμερα η ναυμαχία του Ναυαρίνου ορόσημο της Ελληνικής Ανεξαρτησίας

Ο τουρκοαιγυπτιακός στόλος, με 89 καράβια, υπό την αρχηγία του Τούρκου Ταχήρ πασά εισήλθε στον κόλπο του Ναβαρίνου, με σκοπό την ενίσχυση και τον εφοδιασμό των χερσαίων δυνάμεων του Ιμπραήμ, που ρήμαζαν την Πελοπόννησο. Οι τρεις ευρωπαϊκές δυνάμεις Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία, στις 6 Ιουλίου του 1827 είχαν συμφωνήσει, με τη Συνθήκη του Λονδίνου, στη δημιουργία ημιανεξάρτητου, φόρου υποτελούς στο σουλτάνο, ελληνικού κράτους.

Παρότι πολλοί Έλληνες οπλαρχηγοί είχαν απογοητευθεί με τις συμφωνίες των τριών, η επαναστατική κυβέρνηση αποδέχτηκε τη συνθήκη. Αντίθετα, ο σουλτάνος την απέρριψε κατηγορηματικά, θεωρώντας ότι οι Ευρωπαίοι προσπαθούσαν να του επιβάλουν όρους στην επικράτεια του. Στη Συνθήκη του Λονδίνου, αναφερόταν ότι στην περίπτωση που η Πύλη δεν δεχόταν τη μεσολάβηση για αποχώρηση από το Μοριά, τότε οι τρεις σύμμαχοι θα έστελναν προξένους, πράγμα που θα οδηγούσε σε επίσημη αναγνώριση του Ελληνικού Κράτους. Επίσης, αν οι Τούρκοι απέρριπταν την εκεχειρία, τότε θα υπήρχαν κυρώσεις.

Στις 31 Αυγούστου έληξε η προθεσμία αποδοχής της συνθήκης από τους Τούρκους. Έτσι, στις 12 Οκτωβρίου του 1827, οι στόλοι έφθασαν έξω από το λιμάνι της Πύλου για να επιβάλλουν τα «κατάλληλα μέτρα» και να υποχρεώσουν τον Ιμπραήμ σε αποχώρηση, σύμφωνα με τη Συνθήκη. Στις 19 Οκτωβρίου του 1827, οι στόλοι των Ευρωπαίων, ο αγγλικός με ναυαρχίδα την «Ασία» και δώδεκα πλοία υπό τον αντιναύαρχο Κόδριγκτον, ο ρωσικός με ναυαρχίδα το «Αζόφ» και οκτώ πλοία υπό τον υποναύαρχο Χέυδεν και ο γαλλικός με ναυαρχίδα το «Σειρήν» και επτά πλοία υπό τον υποναύαρχο Δεριγνύ, εισήλθαν στον κόλπο για μεγαλύτερη πίεση και διαπραγματεύσεις με τους Τουρκοαιγύπτιους. Η ναυμαχία άρχισε από ένα τυχαίο και «ασήμαντο» γεγονός: στις συνεννοήσεις μεταξύ των αντιπάλων αρχηγών, που πραγματοποιούνταν με λέμβους που πηγαινοέρχονταν από ναυαρχίδα σε ναυαρχίδα, πυροβολήθηκε και σκοτώθηκε ο Πέτρος Μικέλης, ο πιλότος της «Ασίας», ο οποίος ασκούσε χρέη διερμηνέα. Ο Πέτρος Μικέλης συνόδευε έναν άγγλο αξιωματικό, ο οποίος κατευθυνόταν με λέμβο προς την αιγυπτιακή ναυαρχίδα «Πολεμιστής» για τις συνεννοηθεί. Η ναυμαχία, η τελευταία μεγάλη ναυτική σύγκρουση που έγινε με ιστιοφόρα πλοία, κράτησε τέσσερις ώρες και είχε ως αποτέλεσμα να βυθιστούν 60 τουρκοαιγυπτιακά πλοία, και μαζί τους να χαθούν 6.000 ναύτες. Στη σύγκρουση κανονιοβολούσαν οι Τουρκοαιγύπτιοι από τους παράκτιους προμαχώνες του Νιόκαστρου και τη νότια άκρη της Σφακτηρίας. Από το συμμαχικό στόλο δεν βυθίστηκε κανένα πλοίο ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι και στις τρεις ναυαρχίδες των συμμάχων οι πιλότοι ήταν Έλληνες.

Ο Ιμπραήμ χρειάστηκε ένα χρόνο περίπου για να αποχωρήσει τελικά, στις 23 Σεπτεμβρίου του 1828, αφού οι τρεις Δυνάμεις απέστειλαν στην Πελοπόννησο Γαλλικό εκστρατευτικό σώμα, που παρέλαβε την Κορώνη και την Πύλο και τις παρέδωσε στον Έλληνα Φρούραρχο Νικηταρά. Το Γαλλικό εκστρατευτικό σώμα, παρέμεινε για πέντε περίπου χρόνια στην περιοχή και συνέβαλλε κατά πολύ, στην οργάνωση και στα έργα υποδομής του τότε νεοσύστατου Ελληνικού Κράτους, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα και τα συμμαχικά συμφέροντα στο πέρασμα για την Ανατολή.
Από την ιστοσελίδα του Δήμου Πύλου

Πέμπτη 10 Οκτωβρίου 2013

Οι διδαχές του Ισοκράτη για έναν ηθικό βίο

Κανένα να μη κάνεις φίλον πρότου εξετάσης πώς έχει συμπεριφερθή προς τους παλαιούς του φίλους· διότι πρέπει να προβλέπης ότι θα συμπεριφερθή και προς σε, όπως συμπεριεφέρθη προς εκείνους. Να γίνεσαι μεν βραδέως φίλος, αφού δε γίνης φίλος να μένης πιστός εις την φιλίαν. Διότι είναι εξ ίσου απρεπές να μη έχης κανένα φίλον και να αλλάζης πολλούς φίλους συχνά. Να μη δοκιμάζης τους φίλους σου κατά τοιούτον τρόπον ώστε εκ της δοκιμής ταύτης να προέρχεται διά σε ζημία, μήτε όμως να θέλης να έχης τους φίλους σου αδοκιμάστους. Τούτο δε θα κατορθώσης, αν προσποιείσαι ενώπιον αυτών ότι έχεις ανάγκας τας οποίας δεν έχεις.
[25] να ανακοινώνης εις αυτούς ζητήματα, τα οποία δύνανται να κοινολογηθούν, παρουσιάζων αυτά ως μυστικά· αν διαψευσθής εις τας ελπίδας σου, δεν θα υποστής εκ τούτου καμμίαν ζημίαν, εάν δε αι ελπίδες σου επιβεβαιωθούν, θα έχης ασφαλεστέραν γνώσιν του χαρακτήρος των φίλων σου. Να δοκιμάζης τους φίλους εις τας δυστυχίας και εις τους κοινούς κινδύνους· διότι τον μεν χρυσόν δοκιμάζομεν εις το πυρ, τους δε φίλους διακρίνομεν εις τας ατυχίας. Θα τηρήσης την αρίστην στάσιν απέναντι των φίλων σου, αν δεν περιμένης ούτοι να σου γνωρίσουν τας ανάγκας των, αλλ' αν αυθορμήτως έλθης εις βοήθειάν των, όταν αι περιστάσεις το επιβάλλουν.
[26] Να νομίζης ότι είναι εξ ίσου επαίσχυντον να νικάσαι υπό των εχθρών σου εις το κακόν και να φαίνεσαι κατώτερος των φίλων σου εις τας ευεργεσίας που σου κάμνουν. Να θεωρής ως αληθείς φίλους όχι μόνον εκείνους που λυπούνται διά τας δυστυχίας σου, αλλά και εκείνους οι οποίοι δεν σε φθονούν διά την ευτυχίαν σου· διότι πολλοί λυπούνται μεν μαζί με τους φίλους των διά τας ατυχίας των, αλλά τους φθονούν, όταν ευτυχούν. Να ενθυμήσαι τους απόντας φίλους σου ενώπιον των παρόντων, διά να φαίνεσαι ότι ουδέ τούτους λησμονείς, όταν είναι απόντες.
[27] Να θέλης να είσαι όσον αφορά την ενδυμασίαν σου φιλόκαλος και όχι καλλωπιστής. Είναι δε ίδιον γνώρισμα του μεν φιλοκάλου η μεγαλοπρέπεια, του δε καλλωπιστού το εξεζητημένον (η επίδειξις, ίνα κινηθή η περιέργεια των άλλων). Να αγαπάς ουχί την υπερβολικήν αύξησιν των υπαρχόντων αγαθών, αλλά την μετρίαν απόλαυσιν τούτων. Να καταφρονής τους φιλοχρημάτους, οι οποίοι ζητούν να συσσωρεύουν θησαυρούς και δεν γνωρίζουν να απολαύσουν εκείνους που έχουν· διότι ούτοι πάσχουν κάτι παρόμοιον με εκείνους οι οποίοι αγοράζουν ωραίον ίππον, ενώ γνωρίζουν να ιππεύουν κακώς.
[28] Προσπάθει να καθιστάς τον πλούτον σου προσοδοφόρον και χρήσιμον· είναι δε ο πλούτος χρήσιμος μεν εις τους επιθυμούντας να μεταχειρίζωνται τούτον ελευθερίως, προσοδοφόρος δε εις τους δυναμένους να αποκτούν κτήματα προσοδοφόρα. Να εκτιμάς την υπάρχουσαν περιουσίαν διά δύο λόγους, και διά να δύνασαι να πληρώσης μέγα πρόστιμον και διά να βοηθής χρηστόν φίλον όταν δυστυχή· διά τας άλλας δε ανάγκας της ζωής σου να μη προσκολλάσαι εις αυτήν υπερβολικά, αλλά να την αγαπάς με μέτρον.
Πρωτότυπο Κείμενο
Μηδένα φίλον ποιοῦ, πρὶν ἂν ἐξετάσῃς πῶς κέχρηται τοῖς πρότερον φίλοις· ἔλπιζε γὰρ αὐτὸν καὶ περὶ σὲ γενέσθαι τοιοῦτον, οἷος καὶ περὶ ἐκείνους γέγονε. βραδέως μὲν φίλος γίγνου, γενόμενος δὲ πειρῶ διαμένειν· ὁμοίως γὰρ αἰσχρὸν μηδένα φίλον ἔχειν καὶ πολλοὺς ἑταίρους μεταλλάττειν. μήτε μετὰ βλάβης πειρῶ τῶν φίλων, μήτ’ ἄπειρος εἶναι τῶν ἑταίρων θέλε. τοῦτο δὲ ποιήσεις, ἐὰν μὴ δεόμενος τὸ δεῖσθαι προσποιῇ.
[25] περὶ τῶν ῥητῶν ὡς ἀπορρήτων ἀνακοινοῦ· μὴ τυχὼν μὲν γὰρ οὐδὲν βλαβήσει, τυχὼν δὲ μᾶλλον αὐτῶν τὸν τρόπον ἐπιστήσει. δοκίμαζε τοὺς φίλους ἔκ τε τῆς περὶ τὸν βίον ἀτυχίας καὶ τῆς ἐν τοῖς κινδύνοις κοινωνίας· τὸ μὲν γὰρ χρυσίον ἐν τῷ πυρὶ βασανίζομεν, τοὺς δὲ φίλους ἐν ταῖς ἀτυχίαις διαγιγνώσκομεν. οὕτως ἄριστα χρήσει τοῖς φίλοις, ἐὰν μὴ προσμένῃς τὰς παρ’ ἐκείνων δεήσεις, ἀλλ’ αὐτεπάγγελτος αὐτοῖς ἐν τοῖς καιροῖς βοηθῇς.
[26] ὁμοίως αἰσχρὸν εἶναι νόμιζε τῶν ἐχθρῶν νικᾶσθαι ταῖς κακοποιίαις καὶ τῶν φίλων ἡττᾶσθαι ταῖς εὐεργεσίαις. ἀποδέχου τῶν ἑταίρων μὴ μόνον τοὺς ἐπὶ τοῖς κακοῖς δυσχεραίνοντας, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἐπὶ τοῖς ἀγαθοῖς μὴ φθονοῦντας· πολλοὶ γὰρ ἀτυχοῦσι μὲν τοῖς φίλοις συνάχθονται, καλῶς δὲ πράττουσι φθονοῦσι. τῶν ἀπόντων φίλων μέμνησο πρὸς τοὺς παρόντας, ἵνα δοκῇς μηδὲ τούτων ἀπόντων ὀλιγωρεῖν.
[27] Εἶναι βούλου τὰ περὶ τὴν ἐσθῆτα φιλόκαλος, ἀλλὰ μὴ καλλωπιστής. ἔστι δὲ φιλοκάλου μὲν τὸ μεγαλοπρεπές, καλλωπιστοῦ δὲ τὸ περίεργον. Ἀγάπα τῶν ὑπαρχόντων ἀγαθῶν μὴ τὴν ὑπερβάλλουσαν κτῆσιν ἀλλὰ τὴν μετρίαν ἀπόλαυσιν. καταφρόνει τῶν περὶ τὸν πλοῦτον σπουδαζόντων μέν, χρῆσθαι δὲ τοῖς ὑπάρχουσι μὴ δυναμένων· παραπλήσιον γὰρ οἱ τοιοῦτοι πάσχουσιν, ὥσπερ ἂν εἴ τις ἵππον κτήσαιτο καλὸν κακῶς ἱππεύειν ἐπιστάμενος.
[28] πειρῶ τὸν πλοῦτον χρήματα καὶ κτήματα κατασκευάζειν. ἔστι δὲ χρήματα μὲν τοῖς ἀπολαύειν ἐπισταμένοις, κτήματα δὲ τοῖς κτᾶσθαι δυναμένοις. τίμα τὴν ὑπάρχουσαν οὐσίαν δυοῖν ἕνεκεν, τοῦ τε ζημίαν μεγάλην ἐκτῖσαι δύνασθαι, καὶ τοῦ φίλῳ σπουδαίῳ δυστυχοῦντι βοηθῆσαι· πρὸς δὲ τὸν ἄλλον βίον μηδὲν ὑπερβαλλόντως ἀλλὰ μετρίως αὐτὴν ἀγάπα.
Μτφρ. Κ.Θ. Αραπόπουλος. 1950. Ισοκράτους Προς Δημόνικον, Προς Νικοκλέα, Νικοκλής ή Κύπριοι.
Αρχαίον κείμενον, εισαγωγή, μετάφρασις, σημειώσεις. Αθήνα: Πάπυρος.
ellinikoarxeio