Τετάρτη 5 Νοεμβρίου 2014

Το Δίκαιο στην Αρχαϊκή Περίοδο της Ελλάδας


Η συνείδηση από όλους τους Έλληνες της κοινής καταγωγής, εθίμων και γλώσσας ενισχύθηκε στην Αρχαϊκή περίοδο. Παράλληλα, ωστόσο, καλλιεργήθηκε και ένα αίσθημα ιδιαίτερης "τοπικής" υπερηφάνειας, που σχετιζόταν με την ανάπτυξη των πόλεων-κρατών. Στην Αθήνα οι κοινωνικές δομές προσδιορίζονται σαφέστερα μεταξύ του 8ου και του 6ου αιώνα π.X. Ο δήμος, μια μορφή κοινωνικής συγκρότησης γνωστή από παλαιότερες εποχές, είναι ο τελευταίος που αποκτά θεσμοθετημένη υπόσταση στα τέλη του 6ου αιώνα π.X. Στη διάρκεια του ίδιου αιώνα γίνεται σαφής διαχωρισμός των τάξεων, ενώ παράλληλα αυξάνει -σε σχέση με το παρελθόν -η κοινωνική κινητικότητα.


Η κωδικοποίηση του δικαίου κατά την Αρχαϊκή περίοδο οφείλεται από τη μια στη χρήση της γραφής και από την άλλη στο όλο και πιεστικότερο αίτημα για ισονομία. Οι παραδόσεις για τους πρώτους νομοθέτες χάνονται στα όρια του θρύλου. Η αθηναϊκή νομοθεσία, ακόμη και μετά την Αρχαϊκή περίοδο, φέρει τη σφραγίδα του Δράκοντα και του Σόλωνα.

Στον τελευταίο οφείλεται η συγκρότηση ενός νέου δικαστικού σώματος και ο καταμερισμός αρμοδιοτήτων ανάμεσα στα διάφορα δικαστήρια. Πολλές από τις ρυθμίσεις του, που αφορούσαν τόσο το δημόσιο όσο και το ιδιωτικό δίκαιο, συνέχισαν να ισχύουν και κατά την Κλασική περίοδο.


Παραδόσεις και Νομοθέτες

Σήμερα είναι γενικά αποδεκτό ότι στο α' μισό του 7ου αιώνα π.X. διατυπώθηκε στις ελληνικές πόλεις η ανάγκη για γραπτούς νόμους. Το έργο αυτό πραγματοποιούσε συνήθως κάποιος άρχοντας της πόλης περιβεβλημένος με ιδιαίτερες εξουσίες. Στην Αθήνα της πρώιμης Αρχαϊκής περιόδου, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, το δίκαιο απένειμαν οι άρχοντες κατά τη βούλησή τους. Ο παλαιότερος θεσμός του βασιλιά είχε πια μετατραπεί σε άρχοντα βασιλέα. Ο τελευταίος από τις αρχικές νομοθετικές και δικαστικές του εξουσίες πλέον ασκούσε μόνον όσες σχετίζονταν με την προάσπιση και την εφαρμογή του ιερού δικαίου. Εξαιτίας αυτού μεριμνούσε και για τα εγκλήματα ασέβειας ή ανθρωποκτονίας, δεδομένου ότι ο φόνος θεωρούνταν πάντα ανοσιούργημα, επέσυρε την οργή των θεών και έφερε άγος στην πόλη.

Ένας από τους αρχαιότερους νομοθέτες, για τον οποίο όμως δεν είμαστε βέβαιοι αν υπήρξε πραγματικά ή πρόκειται για μυθικό πρόσωπο, ήταν ο Λυκούργος της Σπάρτης. Η ιδιαιτερότητα της μορφής του συνδέεται με το γεγονός ότι ο ίδιος απαγόρευσε να καταγραφούν οι νόμοι που θέσπισε, αλλά ταυτόχρονα πρόβλεψε και αυστηρή τιμωρία σε όποιον επιχειρούσε να τους αλλάξει. Πράγματι η Σπάρτη δε διέθετε γραπτό δίκαιο, τουλάχιστον ως την Κλασική περίοδο. άλλωστε και η λέξη ρήτρα, όπως αποκαλούνταν ο νόμος στη Σπάρτη, υποδηλώνει τον προφορικό του χαρακτήρα.

Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι οι παλαιότεροι γραπτοί νόμοι ήταν του Ζάλευκου για τους Επιζεφύριους Λοκρούς και τους χρονολογούσαν συμβατικά γύρω στο 662 π.X. O ίδιος ο Ζάλευκος μάλιστα ισχυριζόταν ότι τους είχε παραλάβει από την Αθηνά. H απόδοση των νόμων σε θεία έμπνευση αποτελούσε κοινό φαινόμενο στους πρώιμους νομοθέτες, δίχως άλλο για να περιβάλουν το έργο τους με τον αναγκαίο σεβασμό και να εξασφαλίσουν την πιστή τήρησή του. Ο Λυκούργος, επίσης, ισχυριζόταν ότι οι νόμοι του προέρχονταν από το μαντείο των Δελφών. Μία ανάλογη παράδοση ήταν διαδεδομένη και στην Κρήτη, όπου η νομοθεσία και η απονομή της δικαιοσύνης σχετίζονταν με τις μυθικές μορφές του Μίνωα και του Ραδάμανθη.
Oι νόμοι του Ζάλευκου, όπως και εκείνοι του Δράκοντα στην Αθήνα, θεωρούνταν πολύ σκληροί. Ορισμένοι μάλιστα όπως ο λεγόμενος lex talionis, αναλογούσαν στο γνωστό "οφθαλμόν αντί οφθαλμού". Ωστόσο, οι πηγές διίστανται ως προς την απόδοσή του στο Ζάλευκο.

Σύμφωνα με το Διόδωρο, ο παραπάνω νόμος οφείλεται σε έναν άλλο νομοθέτη του 7ου αιώνα π.X., που επίσης καταγόταν από ελληνική αποικία της Δύσης. Πρόκειται για το Χαρώνδα, νομοθέτη της Κατάνης. Σε αυτόν αποδίδονται νόμοι σχετικά με τις εμπορικές συναλλαγές, την υποχρεωτική συμμετοχή των πολιτών στα δικαστικά όργανα, καθώς και για πρώτη φορά η πρόβλεψη ποινικής δίωξης σε περίπτωση ψευδομαρτυρίας. Η διαδικασία αυτή ονομαζόταν επίσκεψις.

Oι περιπτώσεις του Ζάλευκου και του Χαρώνδα αφορούν νομοθεσίες που σχετίζονται με την ίδρυση μίας νέας πόλης. Αλλες παλαιότερες πόλεις ζητούσαν τη βοήθεια ενός νομοθέτη κυρίως όταν αντιμετώπιζαν κοινωνικές εντάσεις. Έτσι ο Πιττακός, γνωστότερος από κατοπινές πηγές ως ένας από τους επτά σοφούς, ορίστηκε αισυμνήτης στη Μυτιλήνη, αξίωμα για το οποίο δεν ξέρουμε πολλά. Στην προκειμένη περίπτωση όμως φαίνεται πως αντιστοιχούσε σε εξουσία τυράννου με διάρκεια δέκα χρόνων. Συχνά ο νομοθέτης έπρεπε να παίξει το ρόλο του μεσολαβητή ανάμεσα σε συγκρουόμενες κοινωνικές τάξεις και αποκαλούνταν καταρτιστήρ ή διαλλάκτης, όπως για παράδειγμα ο Δημώναξ στην Κυρήνη, ο Αρίσταρχος στην Έφεσο και ο Σόλων στην Αθήνα (Ηρόδοτος, Ιστορίαι 4. 161).

Δεν ήταν ωστόσο σπάνιο το φαινόμενο να προτιμάται για νομοθέτης κάποιος ξένος προς την πόλη, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η αμεροληψία. Ο Δημώναξ, για παράδειγμα, καταγόταν από τη Μαντίνεια και ο Αρίσταρχος από την Αθήνα. Αντίστοιχα, κάποιος Ανδρομάδας από το Ρήγιο έγραψε νόμους για μία άγνωστη πόλη της Χαλκιδικής και ο Φιλόλαος από την Κόρινθο νομοθέτησε στη Θήβα. Για το έργο άλλων νομοθετών είναι γνωστά μόνον αποσπασματικά στοιχεία: ο Αριστείδης από την Κέα νομοθέτησε σχετικά με την ευκοσμία των γυναικών, ενώ ο Φείδων από την Κόρινθο και ο Φαλέας από τη Χαλκηδόνα σχετικά με τον αριθμό και την έκταση των κτημάτων.

Δημόσιο Δίκαιο

Στο δημόσιο δίκαιο υπάγονται κυρίως όλες οι ρυθμίσεις σχετικά με τους πολιτειακούς θεσμούς, την κατανομή και την άσκηση της εξουσίας. Οι αρμοδιότητες της Εκκλησίας, η λειτουργία της Βουλής, οι εξουσίες των πρυτάνεων, ο έλεγχος των αρχόντων και των στρατηγών, η σύσταση και η λειτουργία των δικαστηρίων είναι οι σπουδαιότερες από αυτές τις ρυθμίσεις.

Ιδιαίτερη σημασία είχαν οι θεσμοί που έλεγχαν τη νομοθετική δραστηριότητα, τα μέτρα προστασίας του νομοθετικού συστήματος και γενικότερα οι δικονομικές ρυθμίσεις. Στην ίδια κατηγορία ανήκαν και θεσμοί όπως ο οστρακισμός και η δοκιμασία.

Οι κατηγορίες που με σύγχρονους όρους θα ονομάζαμε εμπράγματο και ενοχικό δίκαιο εξετάζονται σε συνάφεια με το δημόσιο δίκαιο, από το οποίο εν μέρει εξαρτιόνταν. αλλωστε οι παρεμβάσεις της πόλης ήταν συχνές και δυναμικές. Το ενοχικό δίκαιο περιλαμβάνει εκούσιες και ακούσιες σχέσεις.

Τέλος, το λεγόμενο σήμερα ποινικό δίκαιο πέρασε στη διάρκεια της Αρχαϊκής περιόδου από την έννοια της προσωπικής ή οικογενειακής αντεκδίκησης στον έλεγχο της πόλης, η οποία καθόρισε κυρώσεις και ποινές καθώς και τον τρόπο επιβολής του.


Ιδιωτικό Δίκαιο

Το αττικό ιδιωτικό δίκαιο στηριζόταν εξ ολοκλήρου στην έννοια του οίκου, ο οποίος αναφέρεται σε έναν απλό και συνάμα εύστοχο ορισμό του ως "ένα σύνολο προσώπων, πραγμάτων και θρησκευτικών συνηθειών". Ο οίκος υπόκειται σε ένα δίκαιο εντελώς ξεχωριστό από εκείνο της πόλης. Ο συνδετικός κρίκος μεταξύ των δύο ήταν ο πολίτης, ο οποίος εκτός από ενεργό μέλος των θεσμών της πόλης ήταν και η κεφαλή του οίκου στον οποίο ανήκε.

Η πόλη, ωστόσο, δεν ήταν αδιάφορη για όσα συνέβαιναν στον οίκο. Αντιμετώπιζε τον επικεφαλής της οικογένειας ως κύριο και διαχειριστή της περιουσίας της, η οποία όμως αποτελούσε ταυτόχρονα και το αντικείμενο συγκυριότητας με τα υπόλοιπα μέλη. Γι' αυτό άλλωστε η πόλη διατηρούσε το δικαίωμα να επεμβαίνει σε περιπτώσεις που το ιδιοκτησιακό καθεστώς διαταρασσόταν, να καθορίζει τις κληρονομικές ρυθμίσεις και να διατηρεί κάποιον έλεγχο στο γάμο και στο διαζύγιο. Στενότερος ήταν ο έλεγχος για την είσοδο με υιοθεσία κάποιου νέου μέλους στον οίκο, αλλά και για τη μεταβίβαση της περιουσίας μέσω διαθήκης ή εξ αδιαθέτου. Ειδικές διατάξεις προέβλεπαν την περίπτωση που ο πολίτης δεν εκπλήρωνε τις υποχρεώσεις του προς τα μέλη του οίκου του. Το μέσο με το οποίο εξασφαλιζόταν η δυνατότητα παρέμβασης ήταν η γραφή κακώσεως, μία μήνυση δηλαδή που μπορούσε να καταθέσει οποιοσδήποτε τρίτος εναντίον του οικογενειάρχη για παραβίαση των δικαιωμάτων των οικείων του. Επιπλέον, η γραφή ασεβείας επέτρεπε να μηνυθεί όποιος δε μεριμνούσε για την τιμωρία φόνου που είχε συμβεί στην οικογένειά του.

Καθοριστικής σημασίας για την κατανόηση των ρυθμίσεων του οικογενειακού δικαίου ήταν ο όρος αγχιστεία. Η αγχιστεία περιελάμβανε όλες τις σχέσεις που δημιουργούνταν στα όρια της νόμιμης οικογένειας και προσδιόριζε τη συγγένεια και τους βαθμούς της, πράγμα εξαιρετικά σημαντικό σε πολλές περιπτώσεις όπως είναι η κληρονομιά, η διεκδίκηση επικλήρου και η δίκη φόνου. Περιελάμβανε μέχρι και τα παιδιά των πρώτων εξαδέλφων, δηλαδή και τους συγγενείς πέμπτου βαθμού.

Πέμπτη 10 Απριλίου 2014

10 Απριλιου 1826: Η ΕΞΟΔΟΣ ΤΟΥ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ !!!


Τρία χρόνια μετά την αποτυχημένη απόπειρα κατάληψης του Μεσολογγίου από τους Κιουταχή και Ομέρ Βρυώνη, ο Σουλτάνος επανήλθε με νέο σχέδιο. Ανέθεσε και πάλι στον νικητή της Μάχης του Πέτα, Κιουταχή, να καταλάβει την πόλη, συνδυάζοντας αυτή τη φορά την επιχείρηση με την εκστρατεία του Ιμπρήμ στην Πελοπόννησο. Με μια πανίσχυρη στρατιά 20.000 ανδρών, ο Κιουταχής ξεκίνησε από τα Τρίκαλα στα τέλη Φεβρουαρίου του 1825 και στις 15 Απριλίου 1825 έφθασε προ του Μεσολογγίου.
Αμέσως άρχισε την πολιορκία της πόλεως, η οποία μπορεί να χωρισθεί σε δύο περιόδους: α) 15 Απριλίου έως 12 Δεκεμβρίου 1825 και β) 25 Δεκεμβρίου 1825 έως τις 11 Απριλίου 1826. Χωρίς σημαντική βοήθεια από τους υπόλοιπους Έλληνες, λόγω του εμφυλίου πολέμου και έχοντας να αντιμετωπίσουν υπέρτερες εχθρικές δυνάμεις, οι 12.000 ψυχές του Μεσολογγίου αντιστάθηκαν καρτερικά επί ένα χρόνο. Την οργάνωση της άμυνας ανέλαβε τριμελής επιτροπή υπό τους Ιωάννη Παπαδιαμαντόπουλο, Δημήτριο Θέμελη και Γεώργιο Καναβό.
Το φρούριο της πόλεως μετά την πρώτη πολιορκία είχε βελτιωθεί, κατόπιν των προσπαθειών του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, του Βύρωνα και του μηχανικού Μιχαήλ Κοκκίνη. Η τάφρος έγινε βαθύτερη, ο μικρός περίβολος ενισχύθηκε με πύργους και πολύγωνα προτειχίσματα, πάνω στα οποία τοποθετήθηκαν 48 τηλεβόλα και 4 βομβοβόλα. Η νησίδα Βασιλάδι, μεταξύ της λιμνοθάλασσας και της θάλασσας, έγινε ένα είδος προκεχωρημένου οχυρού. Εκεί τοποθετήθηκαν 6 πυροβόλα και συγκεντρώθηκαν 2.000 γυναικόπαιδα για να μην επιβαρύνουν τη φρουρά της πόλης. Εντός του Μεσολογγίου υπήρχαν 10.000 άτομα, εκ των οποίων 4.000 άνδρες, άριστοι πολεμιστές από την Ήπειρο και την Αιτωλοακαρνανία και ακόμη 1.000 άνδρες, δυνάμενοι να φέρουν όπλα.
Κατά την πρώτη φάση της πολιορκίας (15 Απριλίου-12 Δεκεμβρίου 1825) το Μεσολόγγι πολιορκήθηκε μόνο από τις δυνάμεις του Κιουταχή. Οι επιθέσεις τους συντρίβονταν εύκολα ή δύσκολα από τους υπερασπιστές της πόλης. Εξάλλου, ο από θαλάσσης αποκλεισμός δεν ήταν ισχυρός και επανειλημμένως διασπάσθηκε από τον στόλο του Μιαούλη, ο οποίος ενίσχυε με πολεμοφόδια και τρόφιμα τους πολιορκούμενους. Στις 24 Ιουλίου, 1000 ρουμελιώτες πολεμιστές υπό τον Γεώργιο Καραϊσκάκη ανάγκασαν τον Κιουταχή να αποσύρει τις δυνάμεις του στις υπώρειες του όρους Ζυγός, χαλαρώνοντας την πολιορκία του Μεσολογγίου. Αλλά και ο τουρκικός στόλος, παρενοχλούμενος από τον ελληνικό, αναγκάσθηκε να ζητήσει καταφύγιο στην αγγλοκρατούμενη Κεφαλληνία.
Στις 5 Αυγούστου ο Κίτσος Τζαβέλλας, επικεφαλής δυνάμεως Σουλιωτών πολεμιστών, εισήλθε στην πόλη, αναπτερώνοντας το ηθικό των πολιορκουμένων. Όμως, στις αρχές Νοεμβρίου, ο κοινός στόλος Τούρκων και Αιγυπτίων αποβίβασε 8.000 αιγύπτιους στρατιώτες κι ένα μήνα αργότερα κατέφθασε στην περιοχή ο Ιμπραήμ που είχε σχεδόν καταστείλει την Επανάσταση στην Πελοπόννησο. Τούρκοι, Τουρκαλβανοί και Αιγύπτιοι αριθμούσαν 25.000 άνδρες, με σύγχρονο πυροβολικό, που διοικούσαν γάλλοι αξιωματικοί. Οι Έλληνες είχαν να αντιπαρατάξουν 4.000 μαχητές.
Στις 25 Δεκεμβρίου 1825 άρχισε η δεύτερη φάση της πολιορκίας του Μεσολογγίου. Όπως και στην πρώτη πολιορκία, πάλι υπήρξε διάσταση απόψεων μεταξύ των δύο πασάδων. Ο αιγύπτιος Ιμπραήμ επεχείρησε με τις δικές του δυνάμεις να καταλάβει το Μεσολόγγι στις 16 Ιανουαρίου 1826. Απέτυχε, όμως, και αναγκάσθηκε να συμπράξει μετά του Κιουταχή. Οι δύο στρατοί κατέστησαν ασφυκτική την πολιορκία με ανηλεή κανονιοβολισμό του Μεσολογγίου και με την κατάληψη των στρατηγικής σημασίας νησίδων Βασιλάδι (25 Φεβρουαρίου) και Κλείσοβας (25 Μαρτίου). Μετά την πτώση των δύο νησίδων, η θέση των πολιορκουμένων κατέστη δεινή, μετά και την αποτυχία του Μιαούλη να διασπάσει τον ναυτικό αποκλεισμό.
Η κατάσταση πλέον μέσα στην πόλη είχε φθάσει σε οριακό σημείο. Τρόφιμα δεν υπήρχαν και οι πολιορκούμενοι (γυναίκες, παιδιά, τραυματίες, γέροντες και μαχητές) σιτίζονταν με φύκια, δέρματα, ποντίκια και γάτες! Υπό τις συνθήκες αυτές, που καθιστούσαν αδύνατη την αποτελεσματική υπεράσπιση της πόλης, αποφασίστηκε σε συμβούλιο οπλαρχηγών και προκρίτων στις 6 Απριλίου η έξοδος και ορίστηκε γι' αυτή, η νύχτα του Σαββάτου του Λαζάρου προς Κυριακή των Βαΐων (9 προς 10 Απριλίου). Τα μεσάνυχτα, σύμφωνα με το σχέδιο, χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες, υπό τους Δημήτριο Μακρή, Νότη Μπότσαρη και Κίτσο Τζαβέλα, με την ελπίδα να διασπάσουν τις εχθρικές γραμμές, επωφελούμενοι από τον αιφνιδιασμό των πολιορκητών. Νωρίτερα είχαν σκοτώσει τους τούρκους αιχμαλώτους, ενώ στην πόλη παρέμειναν τραυματίες και γέροι.
Όμως, το σχέδιο της εξόδου, είτε προδόθηκε, είτε δεν εφαρμόστηκε σωστά κι έτσι οι δυνάμεις του Ιμπραήμ κατέσφαξαν με τα γιαταγάνια τούς μαχητές της ελευθερίας. Στο μεταξύ, μέσα στο Μεσολόγγι είχαν αρχίσει οι σφαγές από τους Τουρκοαιγύπτιους, που είχαν εισβάλει από άλλο σημείο της πόλης.
Σε πολλά σημεία σημειώθηκαν δραματικές σκηνές: ο δημογέροντας Χρήστος Καψάλης, όταν κυκλώθηκε από τους εισβολείς στο σπίτι του, όπου είχαν συγκεντρωθεί τραυματίες, γέροντες και γυναικόπαιδα, έβαλε φωτιά στην πυριτιδαποθήκη, ενώ ο μητροπολίτης Ρωγών Ιωσήφ ανατίναξε τον Ανεμόμυλο, στην τελευταία πράξη αντίστασης, όταν κυκλώθηκε από τους εχθρούς. Το πρωί της 10ης Απριλίου, ανήμερα των Βαΐων, η οθωμανική ημισέληνος κυμάτιζε στα χαλάσματα του Μεσολογγίου.
Οι πληροφορίες για τις απώλειες των Ελλήνων κατά την πολιορκία και την έξοδο είναι αντιφατικές. Πιθανότερο φαίνεται ότι από τους 3.000 που πήραν μέρος στην έξοδο, οι 1.700 έπεσαν ηρωικά μαχόμενοι. Ανάμεσα στους νεκρούς, ο Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος, ο Μιχαήλ Κοκκίνης, ο Αθανάσιος Ραζηκότσικας, ο Νικόλαος Στορνάρης, ο γερμανός εκδότης της εφημερίδας «Ελληνικά Χρονικά» Ιάκωβος Μάγιερ και άλλοι γερμανοί φιλέλληνες. Γύρω στα 6.000 γυναικόπαιδα οδηγήθηκαν για να πουληθούν στη Μεθώνη και στα σκλαβοπάζαρα της Κωνσταντινούπολης και της Αλεξάνδρειας. Οι απώλειες για τους τουρκοαιγύπτιους εισβολής ανήλθαν σε 5.000 άνδρες.
Η Επανάσταση μετά την πτώση του Μεσολογγίου είχε σχεδόν κατασταλεί. Η φλόγα της, όμως, παρέμεινε άσβεστη, καθώς η ήττα μετατράπηκε σε νίκη. Ένα νέο κύμα φιλελληνισμού αναδύθηκε μετά την αμαύρωση του Αγώνα, εξαιτίας του εμφύλιου σπαραγμού. Αυτό με τη σειρά του επηρέασε εμμέσως την ευρωπαϊκή διπλωματία για τα εθνικά δίκαια των Ελλήνων. Πολλά έργα, ζωγραφικά, λογοτεχνικά και άλλα, απαθανάτισαν τη θυσία των Μεσολογγιτών. Ο εθνικός μας ποιητής Διονύσιος Σολωμός έγραψε την ημιτελή ποιητική του σύνθεση «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι», με τους γνωστούς στίχους από το Σχεδίασμα Β':
Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει
Λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί, κι η μάνα το ζηλεύει.
Τα μάτια η πείνα εμαύρισε' στα μάτια η μάνα μνέει'
Στέκει ο Σουλιώτης ο καλός παράμερα και κλαίει:
«Έρμο τουφέκι σκοτεινό, τι σ΄έχω γω στο χέρι;
Οπού συ μου ΄γινες βαρύ κι ο Αγαρηνός το ξέρει»

Αμέσως μετά την κατάληψη του Μεσολογγίου, ο Κιουταχής με τον στρατό του κατευθύνθηκε προς την Ανατολική Στερεά Ελλάδα, με αντικειμενικό σκοπό την κατάληψη της Αττικής. Ο Ιμπραήμ επανήλθε στην Πελοπόννησο για να εξαλείψει και τις τελευταίες εστίες αντίστασης σε Μάνη και Αργολίδα.
Το Μεσολόγγι απελευθερώθηκε στις 11 Μαϊου 1829. Το 1937 αναγνωρίστηκε ως «Ιερά Πόλις» και η Κυριακή των Βαΐων ορίστηκε ως επέτειος της εξόδου.

"ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΑ"

 

Τετάρτη 26 Μαρτίου 2014

ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ - Πλήρες αφιέρωμα για την ζωή και το έργο, του μεγαλύτερου κυβερνήτη της νεοτέρας ιστορίας της Ελλάδος!

1) ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ:
Ο Ιωάννης Καποδίστριας ήταν η κορυφαία από τις διαπρεπέστερες πολιτικές και διπλωματικές μορφές της Ευρώπης, που κυριάρχησε στις αρχές του ΙΘ' αιώνα. Υπήρξε ο κύριος συντελεστής της προσπάθειας για εθνική χειραφέτηση της υπό αναγέννηση πατρίδας στις δυο πρώτες δεκαετίες του δεκάτου ενάτου αιώνα.
Γεννήθηκε στην Κέρκυρα στις 10 Φεβρουαρίου 1776 και ήταν το έκτο παιδί του Αντωνίου και της Διαμαντίνας Καποδίστρια. Προερχόταν από αριστοκρατική οικογένεια καταγεγραμμένη στο Libro d' oro της Κέρκυρας. Ο πατέρας του Αντώνιος ήταν από τους πιο αξιόλογους δικηγόρους της Κέρκυρας, με ενεργό ανάμιξη στα πολιτικά δρώμενα που διαμόρφωσαν την τοπική ιστορία.
Μέχρι την ηλικία των δώδεκα ετών έλαβε τα πρώτα του γράμματα στα σχολεία της Κέρκυρας, ενώ ταυτόχρονα είχε και σαφή ορθόδοξη παιδεία, αφού ο Ιωάννης Καποδίστριας είχε καλλιεργηθεί στην Ορθόδοξη πίστη από τον μοναχό Συμεών στην Ιερά Μονή Πλατυτέρας, όπου σύχναζε από τη νεαρή του ηλικία.
Το 1794 αναχώρησε για την Βενετία με στόχο να σπουδάσει στο πανεπιστήμιο της Πάντοβας. Οι βασικές του σπουδές ήταν στον τομέα της Ιατρικής.
Η πορεία των σπουδών του νεαρού Καποδίστρια ήταν λαμπρή, αφού μετά από επιτυχείς εξετάσεις έλαβε το δίπλωμά του και το διδακτορικό του στις 10 Ιουνίου 1797. Έτσι το 1797 σε ηλικία 21 ετών ο Ιωάννης Καποδίστριας επέστρεψε στην Κέρκυρα όπου άρχισε να ασκεί το ιατρικό έργο, αποσκοπώντας στο να διακονήσει την επιστήμη του και να ανακουφίσει τόν ανθρώπινο πόνο. Εθεράπευε δωρεάν τους πένητες και μάλιστα τους έδιδε τα απαραίτητα δηλαδή, τα φάρμακα που χρειάζονταν καθώς και τα χρήματα που είχαν ανάγκη.
Εκτός από την άσκηση της Ιατρικής, ο Ιωάννης Καποδίστριας ανέπτυξε σημαντική επιστημονική και φιλολογική δραστηριότητα. Με δικές του πρωτοβουλίες ιδρύθηκαν στην Κέρκυρα η «Εταιρεία των Φίλων» καθώς και ο «Εθνικός Ιατρικός Σύλλογος» με σημαντικό έργο στους αντίστοιχους τομείς δραστηριοτήτων τους.
Το 1799 κατόπιν σύντομης πολιορκίας οι Ρωσικές δυνάμεις κατέλαβαν την Κέρκυρα. Έτσι, μετά την υπογραφή της συνθήκης της Κωνσταντινουπόλεως στις 21 Μαρτίου του 1800, τα Επτάνησα αναγνωρίστηκαν ως αυτόνομο και ελεύθερο κράτος υπό την επικυριαρχία των Τούρκων. Το νέο όνομα του κρατικού αυτού μορφώματος ήταν «Επτάνησος Πολιτεία». Την διακυβέρνηση ανέλαβαν οι κατά τόπους πρόκριτοι, ενώ το σύνταγμα ονομάστηκε «Βυζαντινόν».
Ο Ιωάννης Καποδίστριας τοποθετήθηκε από τις νέες αρχές του νησιού, στη θέση του αρχίατρου του ιδρυθέντος νέου στρατιωτικού νοσοκομείου. Η δίχρονη Γαλλική κατοχή στα νησιά του Ιονίου συνέδραμε τα μέγιστα στη διάδοση των ιδεών της γαλλικής επανάστασης και η κοινωνική αδικία που ασκούνταν κυρίως από τους αριστοκρατικούς κύκλους σε βάρος της συντριπτικής πλειοψηφίας των Επτανησίων, συνέδραμαν τα μέγιστα στην κοινωνική αναταραχή που ξέσπασε λίγο αργότερα.
Τον Αύγουστο του 1800 ξεσπάει εξέγερση στην Κεφαλληνία κατά των «ευγενών». Ο ηγεμόνας της Κέρκυρας Σπυρίδων Θεοτόκης αποστέλλει στην ταραγμένη Κεφαλονιά τον Ιωάννη Καποδίστρια μαζί με τον Νικόλαο Γραδενίγο Σιγούρο. Εκεί, με εύστοχες πρωτοβουλίες ο Ιωάννης Καποδίστριας ομαλοποίησε την κατάσταση και με την πάροδο του χρόνου αποκαταστάθηκε πλήρως η τάξη.
Η εκλεγμένη νέα Γερουσία την 1η Απριλίου του 1803, διόρισε σαν γραμματέα του νεοπαγούς κράτους τον Ιωάννη Καποδίστρια. Δηλαδή, ανέλαβε τα καθήκοντά του ως γραμματεύς Επικρατείας της Επτανησιακής Πολιτείας.
Στις 24 Νοεμβρίου 1803 πεθαίνει ο πρόεδρος της Ιονίου Γερουσίας Σπυρίδων Θεοτόκης και την διακυβέρνηση του Κράτους ανέλαβε ο Ιωάννης Καποδίστριας.
Στις 5 Δεκεμβρίου του ιδίου έτους η Γερουσία της Επτανησιακής Πολιτείας ψήφισε ομόφωνα το νέο Σύνταγμα. Το σύνταγμα αυτό έχει ιστορική αξία, αφού είναι ο πρώτος μετά την άλωση Καταστατικός χάρτης που ψηφίστηκε ανεμπόδιστα από τους Έλληνες των Επτανήσων. Λίγο αργότερα διαλύεται η Ρωσο-Τουρκική συμμαχία και ο Αλή Πασάς των Ιωαννίνων συγκεντρώνει μεγάλες δυνάμεις με στόχο την κατάληψη της Λευκάδας.
Προκειμένου να αντιμετωπίσει την κρίσιμη αυτή κατάσταση, η Γερουσία ανέθεσε στον Ιωάννη Καποδίστρια την οργάνωση της άμυνας του νησιού.
Στις 8 Ιουλίου του 1807 οι Ρώσοι, αφού προηγουμένως συνήψαν ανακωχή με τους Γάλλους, υπέγραψαν τη συνθήκη του Tilsit. Βάσει της συνθήκης αυτής η Ευρώπη διαμοιράστηκε ανάμεσα στους δύο ηγεμόνες, η δυτική στον Ναπολέοντα και η ανατολική στον τσάρο Αλέξανδρο Α'.
Στις 15/27 Μαϊου 1808 ο επικεφαλής του υπουργείου Εξωτερικών της Ρωσίας κόμης Ρομαντζώφ, με μια θερμή επιστολή, η οποία περιείχε το παράσημο του Ιππότη του Τάγματος της Αγίας Άννας, καλούσε τον Ιωάννη Καποδίστρια να προσφέρει τις υπηρεσίες του στο διπλωματικό σώμα της Ρωσίας. Στις 3 Αυγούστου του 1808 ο Ιωάννης Καποδίστριας ξεκίνησε για την Πετρούπολη της Ρωσίας,
Στις 20 Απριλίου 1809 ο Ιωάννης Καποδίστριας διορίστηκε Σύμβουλος της Επικρατείας προσαρτημένος στο τμήμα εξωτερικών υποθέσεων της Ρωσίας με ετήσιες αποδοχές 3000 ρούβλια.
Την 1 Αυγούστου 1811 ο Τσάρος Αλέξανδρος Α' διόρισε τον Κερκυραίο διπλωμάτη ως Γραμματέα στην πρεσβεία της Βιέννης. Λίγο αργότερα, ο Ιωάννης Καποδίστριας τοποθετήθηκε ως αρχηγός και διευθυντής της Γραμματείας του διπλωματικού τμήματος του ναυάρχου Τσιτσαγκώφ. Έδρα της νέας αυτής υπηρεσίας ήταν το Βουκουρέστι όπου και φθάνει ο Καποδίστριας στις 20 Μαΐου του 1812.
Στις αρχές του 1814 ο Τσάρος ανέθεσε στον Ιωάννη Καποδίστρια μια νέα δύσκολη αποστολή: την επίτευξη της ουδετερότητας και τη διασφάλιση της ανεξαρτησίας της Ελβετίας, ώστε να μείνει αλώβητη από το γαλλικό δεσποτισμό. Έτσι κατόρθωσε να συνδέσει την Ελβετική ομοσπονδία με τον Συνασπισμό των Μεγάλων Δυνάμεων. Ουσιαστικά ο Ιωάννης Καποδίστριας ίδρυσε και οργάνωσε την σύγχρονη Ελβετία. Το διοικητικό σύστημα που εισήγαγε τότε, εξακολουθεί και σήμερα να αποτελεί τη βάση του Ελβετικού πολιτεύματος.
Λίγους μήνες αργότερα, κατά τον Οκτώβριο του 1814, ο Ιωάννης Καποδίστριας φθάνει στη Βιέννη σαν εξέχον μέλος της διπλωματικής αποστολής της Ρωσίας για το συνέδριο.
Στην Βιέννη, επίσης, με αποκλειστικές πρωτοβουλίες του Ιωάννη Καποδίστρια, ιδρύθηκε η «Φιλόμουσος Εταιρεία». Κύριο μέλημα της προσπάθειας αυτής, ήταν η με κάθε τρόπο οικονομικη, υλική και ηθική ενίσχυση των Ελληνοπαίδων, ώστε να αποκτήσουν την παιδεία που επιζητούσαν.
Τελικά, στις 9 Ιουνίου 1815 υπογράφηκαν οι τελικές πράξεις του συνεδρίου της Βιέννης, χωρίς όμως να διευθετηθεί το θέμα των Ιονίων νήσων.
Στις 22 Μαϊου 1815 ο Ιωάννης Καποδίστριας αναχώρησε από τη Βιέννη, ακολουθώντας τον Τσάρο στις πολεμικές επιχειρήσεις κατά του Ναπολέοντα. Μετά την τελειωτική ήττα του Ναπολέοντα τον Ιούνιο του 1815 στο Βατερλώ, ο Ιωάννης Καποδίστριας συνόδευσε τον Τσάρο στο Παρίσι όπου θα διεξάγονταν οι συζητήσεις για το πολιτικό μέλλον της νικημένης Γαλλίας. Στις συζητήσεις που ακολούθησαν έλαμψε εκ νέου το άστρο του Κερκυραίου διπλωμάτη. Με δικές του πρωτοβουλίες η Γαλλία, αν και ηττημένη, έτυχε ήπιας μεταχείρισης και αποτράπηκε η ουσιαστική της διάλυση.
Ο Τσάρος εκφράζοντας την ευαρέσκειά του για τις προσφερθείσες υπηρεσίες του Ιωάννη Καποδίστρια κατά τις συζητήσεις που προηγήθηκαν της υπογραφής της συνθήκης του Παρισιού, τον διόρισε Γραμματέα της αυτοκρατορίας, δηλαδή, Υπουργό Εξωτερικών.
Ο Ιωάννης Καποδίστριας συνόδευσε τον αυτοκράτορα Αλέξανδρο Α' στην Aix-la Chapelle, για να συμμετάσχει στο συνέδριο των ηγεμόνων. Επίσης ο Ιωάννης Καποδίστριας στο ίδιο πάντα συνέδριο κατέθεσε και υπόμνημα/σχέδιο που αντιμετώπιζε ριζοσπαστικά το όνειδος της δουλεμπορίας των Μαύρων.
Τον Οκτώβριο του 1819 ο Ιωάννης Καποδίστριας έφθασε στην Πετρούπολη μετά από απουσία 10 μηνών. Ο Κερκυραίος διπλωμάτης είχε αρκετές επαφές με εκπροσώπους της Φιλικής Εταιρείας που του κόμιζαν επιστολές και τους βοηθούσε έμμεσα χωρίς όμως να εκτίθεται.
Κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ του φθινοπώρου του 1820 και τού τέλους της άνοιξης του 1821, ο Ιωάννης Καποδίστριας συμμετείχε στα συνέδρια που έλαβαν χώρα στις πόλεις Troppau και Ljubjana.
H συνεργασία του με τον Τσάρο στα θέματα που αφορούσαν την Ελλάδα χειροτέρεψε. Από τότε και μετά ο ρόλος του περιορίστηκε στο να ακούει και να μη μιλάει, μέχρι που τον Ιούνιο του 1822 ζήτησε να αποσυρθεί από την ενεργό υπηρεσία.
Τελικά, ο Καποδίστριας αναχώρησε από την Πετρούπολη στις 19 Αυγούστου 1822. Γύρω στα τέλη του 1822 ο Ιωάννης Καποδίστριας έφθασε στην Γενεύη
Η άνοιξη του 1827 σηματοδότησε καταιγιστικές εξελίξεις. Η Γ΄ Εθνική Συνέλευση των Ελλήνων που συνήλθε στην Τροιζήνα, έκανε αποδεκτή και ψήφισε ομόφωνα την πρόταση να ανατεθεί στον Ιωάννη Καποδίστρια η εξουσία της Ελληνικής Πολιτείας, για μια θητεία διαρκείας επτά ετών.
Ο Τσάρος Νικόλαος χρονοτριβούσε και δεν ενέκρινε αμέσως την παραίτηση του Κερκυραίου διπλωμάτη. Στις 26 Ιουνίου 1827, μετά από πέντε ακροάσεις, ο Τσάρος αποδέχθηκε την παραίτηση του Καποδίστρια.
Μετά από αρκετούς ενδιάμεσους σταθμούς ο Ιωάννης Καποδίστριας έφθασε στο λιμάνι της Αγκώνας στις 8/20 Νοεμβρίου 1827. Τελικά, την 1/13 Ιανουαρίου 1828 o Καποδίστριας με τη συνοδεία του, αναχώρησε για την Ελλάδα με την Αγγλική κοβέρτα «Wolf». Την 6/13 Ιανουαρίου 1828 το «Warspite» έφθασε στο λιμάνι του Ναυπλίου.
Τον Φεβρουάριο του 1831 ξέσπασε μεγάλη αντικαποδιστριακή ανταρσία στη Μάνη. Η κυβέρνηση έθεσε υπό επιτήρηση τους Κωνσταντίνο και Γεώργιο Μαυρομιχάλη στο Ναύπλιο.
Έτσι, το πρωϊ της Κυριακής της 27ης Σεπτεμβρίου 1831, ενώ ο Καποδίστριας μετέβαινε στο ναό του Αγίου Σπυρίδωνος για να παρακολουθήσει τον Όρθρο και τη Θεία Λειτουργία, συνάντησε τους Γεώργιο και Κωνσταντίνο Μαυρομιχάλη, οι οποίοι, αφού τον χαιρέτησαν, τον προσπέρασαν και στάθηκαν δεξιά και αριστερά της στενής εισόδου του Ιερού Ναού. Εισερχόμενος στην Εκκλησία ο Ιωάννης Καποδίστριας, δέχθηκε πυροβολισμούς και από τους δύο δολοφόνους.
Έτσι τερματίστηκε η ζωή και το έργο του Ιωάννη Καποδίστρια. Οι συνέπειες από τον βίαιο τερματισμό της ζωής αυτής της εξέχουσας φυσιογνωμίας, βαρύνουν ακόμη και σήμερα δυσμενώς την χώρα μας, αφού έκτοτε δεν έχει αναδειχθεί άλλη πολιτική προσωπικότητα που να συγκεντρώνει τέτοιες αρετές : Τιτάνιο έργο, απαράμιλλη αυταπάρνηση, πολιτική οξύνοια, διπλωματική διορατικότητα, ψυχική ευγένεια, εσωτερική καλλιέργεια, υψηλό παιδαγωγικό ιδεώδες, αταλάντευτη πρόσδεση στην ορθόδοξη πίστη.
2)ΤΑ ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ:
Ξεκινώντας τον ιστότοπο μας σας παρουσιάσαμε την πολιτική δραστηριότητα του Ιωάννη Καποδίστρια από τα νεανικά του χρόνια έως την μετάβαση του στην Ελλάδα δημιουργώντας ένα μικρό οδοιπορικό.
Συνεχίζοντας και ολοκληρώνοντας την πολιτική δραστηριότητα του Ιωάννη Καποδίστρια ως Κυβερνήτη πλέον της Ελλάδος προχωρήσαμε σε ένα ακόμη βήμα. Καταγράψαμε όσο αυτό μας ήταν δυνατό τις επιλογές, τις πολιτικές αποφάσεις και τους σχεδιασμούς του Κυβερνήτη σε 13 τομείς. Στη προσπάθεια μας αυτή βοηθό θα βρείτε το συνοδευτικό διαδραστικό υλικό ώστε να περιηγηθείτε στους 13 τομείς πιο εύκολα. Θα ήταν πολύ βοηθητικό να διαβάσετε το κείμενο που ακολουθεί όπου με περιγραφές μαρτύρων της εποχής, αλλά και του ιδίου του Καποδίστρια, θα κατανοήσετε τις συνθήκες που επικρατούσαν στην Ελλάδα όταν ο πρώτος Κυβερνήτης ανέλαβε τα ηνία της χώρας. Έτσι θα μπορέσετε να έχετε μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα στο τι επέτυχε ο Καποδίστριας σε τρεισήμισι μόλις χρόνια που κυβέρνησε τον τόπο μας.
Το χάος που επικρατούσε μας περιγράφει γλαφυρά η έκθεση του Υπουργού επί των εξωτερικών Α. Λόντου: «Εις την Ελλάδα δεν υπάρχουσιν ούτε εμπόριον, ούτε τέχναι, ούτε βιομηχανία, ούτε γεωργία. Οι χωρικοί δεν σπείρουσι πλέον, διότι δεν έχουσι πεποίθησιν ότι θέλουσι θερίσει, και αν θερίσωσι, δεν ελπίζουσι να φυλάξωσι τους καρπούς των από τον στρατιώτην. Ο έμπορος δεν είναι ασφαλής εις τάς πόλεις τρέμει δ' από τον φόβον των πειρατών, οι οποίοι έχουσιν ανοικτά τα όμματα και περιμένουσι τα πλοία εις την διάβασίν των να τα προσβάλωσιν. Η δολοφονία καλύπτει την κλοπήν με την μυστικότητα ο τεχνίτης δεν είναι βέβαιος ότι θα πληρωθή διά την εργασίαν του. Το δικαίωμα του ισχυροτέρου είναι το μόνον όπου υπάρχει πραγματικώς. Οι κοινωνικοί δεσμοί παρελύθησαν. Ο πολίτης δεν απολαύει του νόμου την υπεράσπισιν. Μόνη του λαού η ακένωτος μακροθυμία εμπόδισε τού να φθάσωσι τα πράγματα εις φρικωδεστέραν κατάστασιν».
Χαρακτηριστική είναι και η περιγραφή του Φρίντριχ Φον Τιρς: «Η χώρα όση είχε απελευθερωθεί ως εκείνη τη στιγμή, έμοιαζε μ' ένα σωρό ερείπια που καπνίζουν ύστερα από μια καταστρεπτική πυρκαϊά. Στη στεριά επικρατούσε το δίκαιο της αρπακτικότητας του τοπάρχη κοτζάμπαση και στη θάλασσα η πειρατεία. Ο Μοριάς ήταν ρημαδιό. Κάθε μεγαλοκαπετάνιος που κρατούσε ένα κάστρο (Μονεμβασιά ο Πετρόμπεης, Ακροκόρινθο ο Κίτσος Τζαβέλλας, Παλαμήδι οι Γρίβας και Στράτος) τυραννούσε σαν κατακτητής το γυμνό και άστεγο πληθυσμό. Παραγωγή δεν υπήρχε, ούτε χέρια να επιδοθούν στην καλλιέργεια της γης λόγω της ανασφάλειας. Ο πληθυσμός είχε καταφύγει στα βουνά και τις σπηλιές. Εικοσιπέντε χιλιάδες μαχητές περιπλανιόνταν χωρίς καμμιά μισθοτροφοδοσία ή ενίσχυση, ενώ οι μοναδικές δημόσιες πρόσοδοι (δεκάτη και τελωνειακές εισπράξεις του Αναπλιού) δεν λειτουργούσαν. Κράτος, δηλαδή, και στην πιο υποτυπώδη του έννοια δεν υπήρχε».
Ο ίδιος ο Καποδίστριας περιέγραψε την υποδοχή που του έγινε: «...Είδα πολλά εις την ζωήν μου, αλλά σαν το θέαμα όταν έφθασα εδώ εις την Αίγινα, δεν είδα τι παρόμοιο ποτέ, και άλλος να μην το ειδεί ...(Ζήτω ο Κυβερνήτης, ο σωτήρας μας,ο ελευθερωτής μας), εφώναζαν γυναίκες αναμαλλιάρες, άνδρες με λαβωματιές πολέμου, ορφανά γδυτά, κατεβασμένα από τες σπηλιές. Δεν ήταν το συναπάντημα μου φωνή χαράς, αλλά θρήνος: Η γη εβρέχετο από δάκρυα εβρέχετο η μερτιά και η δάφνη του στολισμένου δρόμου από το γιαλό εις την Εκκλησία.Ανατρίχιαζα, μου έτρεμαν τα γόνατα, η φωνή του λαού έσχιζε την καρδιά μου. Μαυροφορεμένες, γέροντες, μου εζητούσαν να αναστήσω τους αποθαμένους τους, μανάδες μου έδειχναν εις το βυζί τα παιδιά τους, και μου έλεγαν να τα ζήσω και ότι δεν τους απέμειναν παρά εκείνα και εγώ.Και με δίκαιο μου εζητούσαν όλα αυτά, διότι εγώ ήλθα και εσείς με προσκαλέσατε να οικοδομήσω, να θεμελιώσω ....».
Αλλού ανάφερε: «Από Καλαμάτας μέχρι Ναυπλίου, ούτε χωρίον υπάρχει εν, ούτε κώμη, ούτε πόλις , με στέγασμα το παραμικρόν. Εκτεταμένοι αμπελώνες αποκεχερσωμένοι, κοιλάδες πολύωροι, άλλοτε μεν σιτοπληθείς, σήμερον δε άφοροι και καταλελιμνασμέναι υπό της πλημμύρας των ποταμών, χιλιάδες οικογενειών αναζητούσιν τας εαυτών εστίας ανά μέσον των ερήμων και των συντριμμάτων..».
Η κατάσταση ήταν αποκαρδιωτική και τα οικονομικά του κράτους ανύπαρκτα, όπως ανέφερε ο Γραμματέας των Οικονομικών Π.Ν. Λιδωρίκης: «Εξοχώτατε, όχι μόνον χρήματα δεν υπάρχουσιν εν τω ταμείω, αλλ' ούτε ταμείον υπάρχει διότι δεν υπήρξε ποτέ» ούτε τα χρήματα της επισκευής της κυβερνητικής κατοικίας δεν είχαν να πληρώσουν «...Το λέγω με εντροπήν, δεν ήμην εις θέσιν να πληρώσω εις τους κτίστας και τους ξυλουργούς τα έξοδα των επισκευών, αίτινες έγιναν εις το οίκημα το οποίον κατέχει η Υψηλότης σας και παρακαλώ αυτήν να λάβη οίκτον των ανθρώπων τούτων, οίτινες απαιτούσι τα ημερομίσθια των...».
Οι ίδιοι Έλληνες είχαν καταλάβει το αδιέξοδο και ο ίδιος ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης έλεγε: «Εάν εμείς εφυτεύσαμεν το δέντρο της ελευθερίας, ως απαίδευτοι όμως είμεθα ανάξιοι και να καλλιεργήσομεν αυτό».
Τέτοια ήταν η κατάσταση ώστε ο σύγχρονος Νικόλαος Δραγούμης, ο οποίος διέτελεσε γραμματέας του Καποδίστρια, αναφέρει για τις γνώσεις και δυνατότητες των Ελλήνων όσον αφορά τα διοικητικά στο έργο του «Ιστορικαί Αναμνήσεις»:
«Εν Αθήναις, παραδείγματος χάριν, ιδρύθη διοίκησις εκ πέντε εφόρων, ... και ο πέμπτος, μέλος αντεπιστέλλον αλλά ποιά του αντεπιστέλλοντος τα καθήκοντα; Άγνωστον».
και αλλού:
«Οι πρώτοι νομοθέτες της Ελλάδος συνήλθον εις Επίδαυρον οι δέ επιζήσαντες διηγούντο ότι δάκρυα έρρεον από των οφθαλμών πάντων, και ως εν τη ημέρα της Αναστάσεως ανταπεδίδοντο ασπασμοί. Συνήλθον δε ουδέν ωρισμένον σχέδιον, ουδεμίαν καθαράν ιδέαν έχοντας περί πολιτεύματος. Ιταλός της εκ των προσφύγων Βικέντιος Γαλλήνας, ανήρ λόγιος, έσωσε τους νομοθέτες από της αμηχανίας, αυτοσχεδιάσας Σύνταγμα».
Και αλλού:
«Αλλά, ει και ως είπον, τέσσερας ως έγγιστα μήνας διήρκησεν η συνέλευσις (της Τροιζήνας), πράξις όμως αξία λόγου δύο μόνον εψήφισεν. Την αναγόρευση του Κυβερνήτου, και τον διορισμό του Στολάρχου και του Στρατάρχου».
Ο Νικόλαος Δραγούμης καταλήγει γράφοντας: «Απαιτείται εξουσία αδιαίρετος, συμπαγής, άφταρχος, εν ακαρεί αποφασίζουσα και αστραπιδών εκτέλουσα τας αποφάσεις, εξουσία δημιουργός, «γεννηθήτω φώς, και εγένετο φώς ...».
Από αυτά τα λίγα, μπορεί κανείς να φανταστεί τι ικανότητες πρέπει να διέθετε ο Ιωάννης Καποδίστριας και τι ψυχική δύναμη να είχε, ώστε σε 45 μόλις μήνες διακυβέρνησης, να καταφέρει να αναγεννήσει ένα Έθνος και να τοποθετήσει τα θεμέλια ενός νέου Κράτους παρά τις τόσες αντιξοότητες, την ανέχεια, και τον συνεχιζόμενο πόλεμο εναντίον των Τούρκων.
Για να συνειδητοποιήσει κανείς πόσο δύσκολο ήταν το εγχείρημα που είχε αναλάβει, αρκεί να σκεφτεί ότι καμμία από τις Ξένες Δυνάμεις δεν θέλησε να στείλει κάποιον Ηγεμόνα, παρ' όλο που θα ήταν αυτόνοητη η επιρροή τους. Χαρακτηριστική είναι η στιχομυθία του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη με τον Αγγλο Πλοίαρχο Hamilton την οποία περιγράφει ο Κολοκοτρώνης στα απομνημονεύματα του: «Του είπα, Καπιτάν Άμιλτον, ήλθαμεν να πάρωμεν την συμβουλή σου, ως μας συμβούλευες πάντοτε δια την ελευθευρία μας ... τώρα χρειαζόμεθα έναν πολιτικόν τάχα δεν μας δίδει η Αγγλία έναν πρόεδρον, ένα Βασιλέα; Μας αποκρίθηκε, όχι, ποτέ δεν γίνεται. - Δεν μας δίδει η Φράντζα; - Ομοίως μας αποκρίθη - Η Ρουσσία; - Όχι. Η Προυσία; - Όχι. - Η Ανάπολι; - Όχι. - Η Ισπανία; - Όχι, δεν γίνεται, αφού εμελέτησα όλα τα Βασίλεια. - Σαν δεν μας δίδουν τούταις οι αυλαίς, τι θα γείνωμεν ημείς; - Μας αποκρίθηκε, ότι τηράτε να ευρήτε κανέναν Έλληνα. Ημείς άλλον Έλληνα αξιότερον δεν έχομεν, μόνον να εκλέξωμεν τον Καποδίστριαν. ... Μου αποκρίθηκε εκ καρδίας . «Πάρτε τον Καποδίστρια ή όποιον διάβολον θέλετε, διατί εχαθήκατε». Όπως παρατηρεί και ο Νικόλαος Δραγούμης στις Ιστορικαί Αναμνήσεις: «Ότε δε προέκειτο να ονομαστεί ο Καποδίστριας, ερωτηθείς διά του Άμιλτον ο εν Κωνσταντινοπώλη Κάννινγκ μη δυσαρεστηθεί η Αγγλία, έχουμεν ανάγκην μιάς Ελλάδος, εξ ου φαίνεται ότι περί της σωτηρίας ταύτης μεριμνών ο φιλέλλην Βρετανός, ηδιαφόρη περί του πολιτικού φρονήματος του Κυβερνήτου».
Καί ότι μέν εξ αρχής του αγώνος ο Καποδίστριας εθεωρείτο υπό των Ελλήνων ικανώτερος πάντων των λοιπών ίνα κυβερνήση, αναγινώσκομεν και έν τινι προς τον Δ. Υψηλάντην επιστολή του Μαυροκορδάτου.
«Άν θέλωμεν να σώσωμεν το γένος», έγραφε τo 1821, «άν είμεθα αληθείς στρατιώται, ας αφήσωμεν τα ονόματα αρχηγών, πληρεξουσίων και επιτρόπων, ας οργανίσωμεν την διοίκησιν από τους ιδίους εντοπίους των οποίων να γίνωμεν ημείς οδηγοί καθ' όσον δυνάμεθα, ας την συγκεντρώσωμεν εις ολίγων χείρας εν όσω να προσκαλέσωμεν κανέν υποκείμενον, οίος ο Πρίγκηψ Ευγένιος ή ο Κόμης Καποδίστριας ή πας τις άλλος ανώτερος ημών».
Ο Καποδίστριας όχι μόνο θυσίασε και δόξα και πλούτη για να έρθει στην Ελλάδα, αλλά ξόδεψε και όλη του την περιουσία για να βοηθήσει στην ίδρυση του Ελληνικού κράτους. Προχώρησε με τολμηρά και γενναία βήματα στη οργάνωση της Δημόσιας Διοίκησης, ανασύστησε την οικονομία, αναδόμησε τις κατεστραμμένες πόλεις, γέμισε με σχολεία την Ελληνική επικράτεια, ανασύνταξε τον στρατό, οργάνωσε την Εκκλησία, τη δικαιοσύνη, την υγεία, τη γεωργία, εμφύσησε αίσθημα ασφάλειας στον λαό, έδωσε διπλωματικές μάχες για την επέκταση της Ελληνικής επικράτειας, πολέμησε και εκδίωξε τους Τούρκους.
ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ 2 ΒΙΝΤΕΟ ΜΕ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗ ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ:
ΒΙΝΤΕΟ Α':

ΒΙΝΤΕΟ Β':


ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΑ
 http://ellinwnistoria.blogspot.gr/

ΠΗΓΗ: " http://www.kapodistrias.info "

Τρίτη 25 Μαρτίου 2014

Η Επανάσταση του 1821

Η επανάσταση του 1821
Α. Η επανάσταση στη Μολδοβλαχία. Στις 22 Φεβρουαρίου 1821 ο Αλ. Υψηλάντης πέρασε τον Προύθο σημαίνοντας την έναρξη του αγώνα. Στο Ιάσιο ο Υψηλάντης κήρυξε επίσημα την επανάσταση και ο Γεωργάκης Ολύμπιος έσπευσε να ενωθεί μαζί του (26 Φεβρουαρίου). Στον έρανο που επακολούθησε συγκεντρώθηκε ποσό ενός εκατομμυρίου γροσίων, ενώ ο Καντακουζηνός ανέλαβε την αρχηγία του Ιερού Λόχου, που τον αποτέλεσαν 500 νέοι σπουδαστές. Στις 17 Μαρτίου ο Υψηλάντης ύψωσε την ελληνική σημαία στην πρωτεύουσα της Βλαχίας, το Βουκουρέστι· στο Γαλάτσι οι Έλληνες με επικεφαλής τον Καρπενησιώτη συγκρούστηκαν για πρώτη φορά με τους Τούρκους και κατόρθωσαν να διασπάσουν τις γραμμές τους. Στο Δραγατσάνι όμως ο Ιερός Λόχος συνετρίβη και στη μονή του Σέκου ο Γεωργάκης Ολύμπιος και οι συμπολεμιστές του ανατινάχτηκαν μαζί με την πυριτιδαποθήκη για να μην παραδοθούν. Σύντομη και άτυχη υπήρξε η πρώτη προσπάθεια των αγωνιστών στη Μολδοβλαχία. Διευκόλυνε όμως παρ' όλα αυτά και προετοίμασε την έκρηξη της επανάστασης στο Μοριά, στη Ρούμελη, στην Ήπειρο, στη Μακεδονία, στη Θεσσαλία και στα νησιά.
Β. Η επανάσταση στην κυρίως Ελλάδα.
Μετά την αποτυχία του Υψηλάντη, πρώτη εξεγέρθηκε η Πελοπόννησος. Στις 22 Μαρτίου 1821 επιτεύχθηκε η άλωση της Καλαμάτας, ως επίσημη όμως έναρξη του αγώνα θεωρείται η 25η Μαρτίου, ημέρα κατά την οποία, σύμφωνα με την παράδοση, στο μοναστήρι της Αγίας Λαύρας ο επίσκοπος Παλαιών Πατρών Γερμανός ύψωσε τη σημαία της Επανάστασης, η οποία απλώθηκε σαν πυρκαγιά σε ολόκληρη την Ελλάδα.

Στις 26 Μαρτίου επαναστάτησαν οι Σπέτσες, στις 27 τα Σάλωνα με τον Πανουργιά, στις 28 ο Δήμος Καλτσάς κατέλαβε το Λιδορίκι, στις 29 ο Διάκος ξεσήκωσε τη Λιβαδειά, στις 31 επαναστάτησε η Αταλάντη, την 1η Απριλίου η Θήβα, στις 8 η Λαμία. Οι Τούρκοι ανησύχησαν σοβαρά και θέλοντας να τρομοκρατήσουν τους επαναστατημένους Έλληνες απαγχόνισαν τον πατριάρχη Γρηγόριο τον Ε΄ (10 Απριλίου). Την ίδια όμως ημέρα επαναστάτησαν τα Ψαρά και στις 15 οι Έλληνες νίκησαν τους Τούρκους στο Λεβίδι. Στην Ύδρα ο Α. Οικονόμου κήρυξε την επανάσταση (16 Απριλίου) και στις 24 μαρτύρησε ο Διάκος στη Λαμία, στις 25 καταλήφθηκε η Αθήνα και οι Τούρκοι κλείστηκαν στην Ακρόπολη, στις 7 Μαΐου ο Άνθιμος Γαζής κήρυξε την επανάσταση στη Μαγνησία και στις 8 ο Οδυσσέας Ανδρούτσος ανδραγάθησε στο Χάνι της Γραβιάς με εκατό μαχητές, που έκοψαν το δρόμο 8.000 στρατιωτών του Μεχμέτ και του Ομέρ Βρυώνη.

Η επανάσταση εξαπλώθηκε στη Μακεδονία και στις 16 Μαΐου εξεγέρθηκε η Χαλκιδική και το Άγιο Όρος με αρχηγό τον Σερραίο Εμμανουήλ Παππά. Στις 20 Μαΐου επαναστάτησε το Μεσολόγγι, ενώ στην Πελοπόννησο άρχισε η πολιορκία της Τριπολιτσάς. Στις 23 Μαΐου οι Έλληνες είχαν την πρώτη "σε παράταξη" νίκη στο Βαλτέτσι με τον Νικηταρά τον Τουρκοφάγο, στις 26 οι πρόκριτοι του Μοριά συγκρότησαν την "Πελοποννησιακή Γερουσία", την πρώτη δηλ. αρχή της επαναστατημένης Ελλάδας, και στις 28 οι επαναστάτες μπήκαν στο Αγρίνιο. Συγχρόνως στο Αιγαίο οι στόλοι των νησιών άρχισαν πολεμική δράση, στην οποία πήραν μέρος η Κρήτη, η Σάμος, η Μύκονος, η Κάλυμνος, η Κάσος και άλλα νησιά και ανδραγάθησαν οι Παπανικολής, Μαντώ Μαυρογένους κ.ά.

Τέλος, στις 23 Σεπτεμβρίου οι Έλληνες κατέλαβαν την Τριπολιτσά και έτσι εδραιώθηκε η επανάσταση, ενώ στις 30 Δεκεμβρίου συνήλθε στην Επίδαυρο η Α΄ Εθνική Συνέλευση των Ελλήνων υπό την προεδρία του Μαυροκορδάτου.
Γ. Το χρονικό του Αγώνα.
 Κατά τα τρία πρώτα χρόνια της Επανάστασης σημειώθηκαν σημαντικές επιτυχίες, ο εμφύλιος πόλεμος όμως που ξεσπά μεταξύ των οπλαρχηγών και των κοτζαμπάσηδων για την ηγεσία του Αγώνα προκαλεί σοβαρότατα προβλήματα και φέρνει τον Αγώνα σε οριακό σημείο. Η απουσία μιας ηγετικής μορφής που θα κατάφερνε να συμφιλιώσει τις αντίθετες πλευρές είναι φανερή.

Παρά την άφιξη του Δημήτριου Υψηλάντη στην Πελοπόννησο το 1821 ως ανώτατου πληρεξούσιου της Φιλικής Εταιρείας δημιουργούνται από τους κοτζαμπάσηδες με την υποστήριξη των Φαναριωτών Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου και Θεόδωρου Νέγρη τοπικές Γερουσίες (Πελοποννησιακή Γερουσία, Γερουσία της Δυτικής Στερεάς, Άρειος Πάγος), ενώ ο αρχιστράτηγος Κολοκοτρώνης πασχίζει να επιβληθεί στους άτακτους στρατιώτες, άμαθους σε κάθε μορφής οργάνωση και πειθαρχία, που διοικούνται από αρχηγούς με έντονο το αίσθημα του τοπικισμού και του εγωισμού. Παράλληλα η ευρωπαϊκή διπλωματία κρατά εχθρική στάση απέναντι στην Επανάσταση, καθώς η Ιερή Συμμαχία φοβάται την εξάπλωση των επαναστατικών ιδεών σε ολόκληρη την Ευρώπη.
1822.
Στις 14 Ιανουαρίου κυριεύτηκε ο Ακροκόρινθος, στις 19 Φεβρουαρίου επαναστάτησε η Νάουσα με τον Καρατάσο, στις 20 ο ναύαρχος Ανδρέας Μιαούλης νίκησε τον τουρκικό στόλο στον κόλπο της Πάτρας, στις 18 Μαρτίου ο Λυκούργος Λογοθέτης με 2.000 Σαμίους κατέλαβε τη Χίο, αλλά η τουρκική αρμάδα αποβίβασε 30.000 άνδρες, οι οποίοι προέβησαν στην τρομερή σφαγή της Χίου. Ο Κανάρης εκδικήθηκε για τη σφαγή με την ανατίναξη της τουρκικής ναυαρχίδας (7 Ιουνίου). Ο Χουρσίτ πασάς πολιόρκησε τους Σουλιώτες, σε βοήθεια των οποίων σπεύδουν ο Μαυροκορδάτος και ο Κυρ. Μαυρομιχάλης. Στο Κομπότι οι Έλληνες και πολλοί φιλέλληνες νικούν, ακολουθεί όμως η μεγάλη καταστροφή του Πέτα.
Ο Μαχμούτ πασάς Δράμαλης εισβάλλει στην Πελοπόννησο, αλλά στις 26 Ιουλίου το στράτευμά του έπαθε μεγάλη καταστροφή από τον Κολοκοτρώνη στα Δερβενάκια, όπου ο Νικηταράς, για δεύτερη φορά, αναδείχτηκε τουρκοφάγος. Από τις 8-11 Σεπτεμβρίου ο ελληνικός στόλος συγκρούστηκε στο Ναύπλιο με τον τουρκικό, ο οποίος αναγκάστηκε να καταφύγει στη Σούδα. Στις 24 Σεπτεμβρίου οι Τούρκοι αποβιβάστηκαν στην Κρήτη, για να κάμψουν την αντίστασή της. Στις 25 Οκτωβρίου ο Κιουταχής και ο Βρυώνης στρατοπέδευσαν έξω από το Μεσολόγγι. Στις 27 ο Κανάρης πυρπόλησε στην Τένεδο την υποναυαρχίδα του τουρκικού στόλου, ο οποίος κατέφυγε στον Ελλήσποντο, και ο Στάικος Σταματόπουλος κυρίευσε το απόρθητο Παλαμήδι. Στις 31 Δεκεμβρίου οι Τούρκοι αναγκάστηκαν να λύσουν την πολιορκία του Μεσολογγίου.
1823.
Στις 15 Ιανουαρίου ο Καραϊσκάκης απώθησε τους Τούρκους από τα Άγραφα. Στις 29 Μαρτίου συνήλθε η Β΄ Εθνική Συνέλευση στο Άργος. Τον Μάιο νίκησαν τους Τούρκους ο Κριεζιώτης στην Κάρυστο, ο Μ. Μπότσαρης στη Βόνιτσα και ο Καρατάσος στο Τρίκερι. Στις 21 Αυγούστου ο Μάρκος Μπότσαρης με 350 Σουλιώτες νίκησε τον Μουσταή στο Καρπενήσι, αλλά σκοτώθηκε  και ο ίδιος. Ο εμφύλιος πόλεμος όμως συνεχίζεται, ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος διορίζεται πρόεδρος του Εκτελεστικού και αφαιρείται ο βαθμός του αρχιστράτηγου από τον Θ. Κολοκοτρώνη, οπότε σχηματίζονται δύο κυβερνήσεις από τον Γ. Κουντουριώτη και τον Θ. Κολοκοτρώνη. Παράλληλα η αλλαγή κυβέρνησης στην Αγγλία φέρνει στη θέση του Υπουργού Εξωτερικών τον φιλέλληνα Γ. Κάνινγκ (1822), ο οποίος αποφασίζει να υποστηρίξει την ελληνική επανάσταση, με σκοπό να εκμεταλλευτεί προς όφελος της Αγγλίας την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η αλλαγή στη στάση της αγγλικής πολιτικής παρακινεί τον τσάρο να αναλάβει πρωτοβουλίες και να υποβάλει στην Πύλη υπόμνημα με το οποίο προτείνεται η δημιουργία τριών αυτόνομων ελληνικών επαρχιών υπό την επικυριαρχία του σουλτάνου. Το σχέδιο αυτό όμως απορρίπτεται τόσο από την Πύλη και τους εμπόλεμους Έλληνες, όσο και από την Ιερή Συμμαχία.
1824.
Στις 5 Ιανουαρίου 1824 η άφιξη του Λόρδου Μπάιρον στο Μεσολόγγι εμψυχώνει τους αγωνιστές και προκαλεί πανευρωπαϊκό ενδιαφέρον, στις 7 Απριλίου όμως ο Μπάιρον πέθανε στην ίδια πόλη. Στις 7 Ιουνίου οι Αιγύπτιοι, τους οποίους κάλεσαν για ενίσχυση οι Τούρκοι, κατέστρεψαν την Κάσο. Στις 9 Ιουνίου κυριεύτηκε το ηρωικό νησί των Ψαρών. Προς το τέλος του Ιουλίου οι Σαχτούρης, Κανάρης, Ματρόζος, Βατικιώτης και Ραφαλιάς σημείωσαν σημαντικές επιτυχίες στη θάλασσα και στις 29 Αυγούστου σημείω
σε νέα λαμπρή επιτυχία στον Γέροντα. Στις 22 Σεπτεμβρίου πυρπολήθηκαν δύο εχθρικά πολεμικά κοντά στη Χίο και την 1 Νοεμβρίου, ύστερα από σφοδρή σύγκρουση κοντά στο Ηράκλειο, αναγκάστηκε ο στόλος του Ιμπραήμ να υποχωρήσει.
1825.
Στις 12 Φεβρουαρίου ο Ιμπραήμ αποβιβάστηκε στη Μεθώνη και στις 16 Απριλίου στο Σχοινόλακκα της Μεσσηνίας ο Καρατάσος με τους Μακεδόνες του αντιμετώπισε με επιτυχία τους Αιγύπτιους. Στη Σφακτηρία όμως νίκησαν οι Αιγύπτιοι και σκοτώθηκαν οι Τσαμαδός, Σαχίνης, Αναγνωσταράς και ο φιλέλληνας Σανταρόζα. Στις 23 Απριλίου άρχισε η Β΄ πολιορκία του Μεσολογγίου. Στις 20 Μαΐου σκοτώθηκε ηρωικά ο Παπαφλέσσας στο Μανιάκι. Πιεσμένη από τη λαϊκή κατακραυγή και πανικόβλητη από την προέλαση του Ιμπραήμ η κυβέρνηση πείθεται τελικά να απελευθερώσει τους αιχμάλωτους οπλαρχηγούς και αναθέτει ξανά στον Κολοκοτρώνη τη στρατιωτική αρχηγία του Αγώνα. Στους Μύλους στις 13 Μαΐου ο Μακρυγιάννης και ο Κ. Μαυρομιχάλης αναχαίτισαν τον Ιμπραήμ, που προχώρησε για το Ναύπλιο. Τον Δεκέμβριο ο Ιμπραήμ πήγε στο Μεσολόγγι για να πάρει μέρος στην πολιορκία.
1826.
Στις 10 Απριλίου πραγματοποιείται η έξοδος του Μεσολογγίου. Οι πολιορκημένοι, αποκλεισμένοι για μήνες από στεριά και θάλασσα χωρίς δυνατότητα ανεφοδιασμού από τον ελληνικό στόλο και αποδεκατισμένοι από την πείνα και τις αρρώστιες, επιχειρούν έξοδο από το Μεσολόγγι. Το σχέδιο όμως των πολιορκημένων είχε προδοθεί στους Τούρκους και η ηρωική έξοδος κατέληξε σε σφαγή. Όσοι από τους Μεσολογγίτες καταφέρνουν να επιζήσουν καταφεύγουν στα νησιά του Ιονίου, ενώ ο ηρωισμός των "Ελεύθερων Πολιορκημένων" (κατά την έκφραση του Διονυσίου Σολωμού) προκαλεί για μια ακόμη φορά έξαρση του φιλελληνικού κινήματος στην Ευρώπη. Στις 22 και 24 Ιουνίου οι Μανιάτες αποκρούουν τους Οθωμανούς στη Βέργα. Στις 27 και 28 οι Αιγύπτιοι νικούνται στη Μανιάκοβα και το Πολυτσάραβο. Στις 3 Αυγούστου ο Κιουταχής κατέλαβε την Αθήνα και πολιόρκησε την Ακρόπολη. Οι Καραϊσκάκης και Φαβιέρος στρατοπέδευσαν στο Χαϊδάρι και στις 8 Αυγούστου συγκρούστηκαν με τους Τούρκους. Στις 3 Σεπτεμβρίου οι Έλληνες απέκτησαν το πρώτο πολεμικό ατμόπλοιο το "Καρτερία" και τον Δεκέμβριο τη φρεγάτα "Ελλάς". Στην Ακρόπολη σκοτώθηκε ο Γκούρας και διορίστηκε φρούραρχος ο Κριεζιώτης, που ανέβηκε στον Ιερό Βράχο με 500 πολεμιστές. Στην Αράχοβα ο Καραϊσκάκης συνέτριψε τους Οθωμανούς (18-23 Νοεμβρίου) και την 1 Δεκεμβρίου ο Φαβιέρος ανέβηκε στην Ακρόπολη με 500 άνδρες. Στο μεταξύ, μετά την Γ΄ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου, διαμορφώνονται στην Ελλάδα το ρωσικό, το αγγλικό και το γαλλικό κόμμα, οι οπαδοί των οποίων προσβλέπουν στη βοήθεια των αντίστοιχων ξένων δυνάμεων, ενώ η Δ΄ Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας εκλέγει ως κυβερνήτη τον Ιωάννη Καποδίστρια και διορίζει αρχιστράτηγο τον Άγγλο Τζορτζ και αρχιναύαρχο τον επίσης Άγγλο Κόχραν.
1827.
Στις 18 Ιανουαρίου οι Σουλιώτες απέκρουσαν στο Δίστομο τον Κιουταχή και ελευθέρωσαν το φρούριο των Σαλώνων. Ύστερα απ' αυτό ο Κιουταχής στράφηκε στην Αττική και στις 30 Ιανουαρίου επιτέθηκε εναντίον του Γκόρντον στην Καστέλλα. Στο Κερατσίνι διεξήγαγε σφοδρούς αγώνες ο Καραϊσκάκης κατά του Κιουταχή, ενώ στο Φάληρο αποβιβάστηκε ο αρχιναύαρχος Κόχραν και ο αρχιστράτηγος Τσορτς. Από 8 μέχρι 13 Απριλίου διεξάγονταν καθημερινά μάχες και στις 23 τραυματίστηκε θανάσιμα ο Καραϊσκάκης. Επακολούθησε σειρά αποτυχιών και στις 27 Μαΐου η Ακρόπολη παραδόθηκε στον Κιουταχή. Στις 24 Ιουνίου οι υπερασπιστές του Μεγάλου Σπηλαίου (600) απέκρουσαν τους στρατιώτες του Ιμπραήμ (3.000) και τους υποχρέωσαν να υποχωρήσουν.
Η εξέλιξη των πραγμάτων ανάγκασε επιτέλους τις ευρωπαϊκές δυνάμεις να ενδιαφερθούν για τη λήξη του πολέμου και την τύχη του Ελληνισμού.

Η Επανάσταση βρίσκεται σε οριακό σημείο, καθώς ο στρατός του Ιμπραήμ θριαμβεύει σε ξηρά και θάλασσα, η επέμβαση των ξένων δυνάμεων όμως έσωσε την κατάσταση. Μετά από συνεννοήσεις των τριών Μεγάλων Δυνάμεων υπογράφεται το πρωτόκολλο του Λονδίνου (6 Ιουλίου 1827), το οποίο αναγνωρίζει την αυτονομία της Ελλάδας, ενώ οι μοίρες του συμμαχικού στόλου καταπλέουν στις ελληνικές θάλασσες. Η ναυμαχία του Ναυαρίνου στις 8 Οκτωβρίου έκρινε οριστικά την τύχη του Αγώνα, καθώς ο τουρκοαιγυπτιακός στόλος υφίσταται πανωλεθρία από τον στόλο των Κόδριγκτον, Δεριγνύ και Χέυδεν.

Ο Ιωάννης Καποδίστριας που έφτασε στην Ελλάδα τον Ιανουάριο του 1828 με τις διπλωματικές του ενέργειες επιτάχυνε τις εξελίξεις, καταφέρνοντας να κρατήσει ίσες αποστάσεις από τις τρεις Μεγάλες Δυνάμεις. Η Ρωσία προσπάθώντας να στρέψει την κατάσταση προς όφελός της και να κάμψει την τουρκική αδιαλλαξία, κηρύσσει τον πόλεμο στην Τουρκία, ενώ η Γαλλία φροντίζει να στείλει στην Πελοπόννησο ένα εκστρατευτικό σώμα αποτελούμενο από 14.000 άνδρες με επικεφαλής τον στρατηγό Μαιζόν για να απομακρύνει τα τελευταία στρατεύματα του Ιμπραήμ. Η Ιερά Συμμαχία δεν υπήρχε πια και η Αγγλία, η Γαλλία και η Ρωσία υπέγραψαν τη συμφωνία του Λονδίνου, με την οποία ρυθμίστηκε το ελληνικό ζήτημα. 


ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΑ
 http://ellinwnistoria.blogspot.gr/

Τετάρτη 19 Μαρτίου 2014

Λόγια των Ηρώων της Επανάστασης του 1821 !

Ας προσπαθήσουμε έστω για λίγα λεπτά να καταλάβουμε και να νοιώσουμε το μεγαλείο της ψυχής των αγωνιστών του 1821.

Ας βρεθούμε με τα παλικάρια μέσα στην Αγία Λαύρα μπροστα στον Παλαιών Πατρών Γερμανό και το Λάβαρο της Επαναστάσεως την στιγμή που ψέλνουν το "Τη Υπερμάχω Στρατηγώ"...
Ας βρεθούμε μπροστά στον Αθανάσιο Διάκο την στιγμή που, μπροστά στη μεγάλη θυσία, απαντά στον Ομέρ Βρυώνη, "Εγώ Γρεκός γεννήθηκα, Γρεκός θε να πεθάνω"...
Ας βρεθούμε στο διάσπαρτο από πτώματα Ελλήνων και Τουρκοαιγυπτίων, πεδίο της Μάχης στο Μανιάκι, την στιγμή που σηκώνουν τον νεκρό Παπαφλέσσα κι ο Ιμπραήμ σκύβει και τον φιλά στο μέτωπο από θαυμασμό...
«Είναι θέλημα Θεού. Είναι κοντά μας και βοηθάει, γιατί πολεμάμε για την πίστη μας, για την πατρίδα μας, για τους γέρους γονιούς, για τα αδύνατα παιδιά μας, για την ζωή μας, την λευτεριά μας… Και όταν ο δίκαιος Θεός μας βοηθάει ποιος εχθρός ημπορεί να μας κάνει καλά…;».
(Θεόδωρος Κολοκοτρώνης)…..
«Μάχου υπέρ πίστεως και Πατρίδος…Είναι καιρός να αποτινάξωμεν τον αφόρητον ζυγόν, να ελευθερώσωμεν την Πατρίδα, να κρημνίσωμεν από τα νέφη την ημισέληνον, δια να υψώσωμεν το σημείον, δι’ ου πάντοτε νικώμεν, λέγω τον Σταυρόν…».
(Αλέξανδρος Υψηλάντης)
«…Έλληνες ποτέ μην ξεχνάτε το χρέος σε Θεό και σε Πατρίδα! Σ’ αυτά τα δύο σας εξορκίζω ή να νικήσουμε ή να πεθάνουμε κάτω από την Σημαία του Χριστού»
(Γρηγόριος – Δικαίος Παπαφλέσσας)
«Όταν σηκώσαμεν την σημαίαν εναντίον της τυραγνίας ξέραμεν ότι είναι πολλοί αυτείνοι και μαχητικοί κι’ έχουν και κανόνια κι’ όλα τα μέσα. Εμείς σε ούλα
είμαστε αδύνατοι. Όμως ο Θεός φυλάγει και τους αδύνατους, κι’ αν πεθάνωμεν πεθαίνομεν δια την Πατρίδα μας, δια την Θρησκείαν μας και πολεμούμεν όσο μπορούμε εναντίον της τυραγνίας κι’ ο Θεός βοηθός…».
(Στρατηγός Μακρυγιάννης)
«…Ως Χριστιανός ορθόδοξος και υιός της ημετέρας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, ορκίζομαι …να διαμείνω πιστός εις την Θρησκείαν μου και
εις την Πατρίδα μου. Ορκίζομαι να χύσω και αυτήν την υστέρα ρανίδα του αίματός μου υπέρ της Θρησκείας και της Πατρίδος μου. Να χύσω το αίμα μου, ίνα νικήσω
τους εχθρούς της Θρησκείας μου ή να αποθάνω ως Μάρτυς δια τον Ιησούν Χριστόν…».
(Ο όρκος των Ιερολοχιτών)
«Νέοι, πρέπει να φυλάξετε την πίστη σας και να την στερεώσετε, διότι, όταν επιάσαμε τα άρματα, είπαμε πρώτα υπέρ ΠΙΣΤΕΩΣ και έπειτα υπέρ ΠΑΤΡΙΔΟΣ…»
«Ως μία βροχή έπεσεν εις όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και ο κλήρος μας και οι προεστοί μας και οι καπεταναίοι και οι πεπαιδευμένοι
και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε την Επανάσταση…».
(Θ. Κολοκοτρώνης)
«…Η τυραγνία των Τούρκων – την δοκιμάσαμε τόσα χρόνια – δεν υποφέρονταν πλέον. Και δι’ αυτήνη την τυραγνία, οπού δεν ορίζαμεν ούτε βιόν ούτε τιμή
ούτε ζωή (ξέραμεν κι’ ότ’ ήμασταν ολίγοι και χωρίς τα’ αναγκαία του πολέμου) αποφασίσαμεν να σηκώσομεν άρματα εναντίον της τυραγνίας. Είτε θάνατος είτε
λευτεριά».
(Ιω. Μακρυγιάννης )
«Ο Έφορος της Ελλάδος Θεός ενέπνευσεν εις τας καρδίας των εχθρών μας άκραν δειλίαν και φόβον. Ελπίζω δε εντός ολίγου, με την βοήθειαν του Τιμίου
Σταυρού και των θεοπειθών της πατρίδος ευχών, να σας χαροποιήσω…».
(Ανδρέας Μιαούλης)
«Μία δύναμις με άρπαξε από την λιτανεία πριν φύγουμε από τα Ψαρά για την Χίο. Μία δύναμις θεϊκή με γιγάντωσε…Αυτή η θεία δύναμις μου έδωσε θάρρος
δια να φθάσω με το πυρπολικό μου στην Τουρκική Ναυαρχίδα…Οι Τούρκοι ήταν τόσοι ώστε εάν έπτυον επάνω μας θα μας έπνιγαν αναμφιβόλως…Εις το όνομα του
Κυρίου φώναξα εκείνη τη στιγμή. Έκανα τον Σταυρό μου και πήδηξα στη βάρκα. Οι φλόγες του πυρπολικού μεταδόθηκαν στην Ναυαρχίδα που τινάχθηκε στον αέρα
και παρέσυρε στον θάνατο χιλιάδες Τούρκους…».
(Κωνσταντίνος Κανάρης)
«Έκατσα που εσκαπέτισαν με τα μπαϊράκια τους απεκατέβηκα κάτω. Ήταν μιά εκκλησία εις τον δρόμον, η Παναγία στο Χρυσοβίτσι, και το καθησιό μου ήτο
όπου έκλαιγα την Ελλάς… Σίμωσα, έδεσα το άλογό μου σ’ ένα δένδρο, μπήκα μέσα και γονάτισα. Παναγία μου είπα από τα βάθη της καρδιάς μου και τα μάτια μου δάκρυσαν. Παναγία μου βοήθησε και τούτη τη φορά τους Έλληνες να ψυχωθούν. Έκανα το Σταυρό μου, ασπάσθηκα την εικόνα της, βγήκα από το εκκλησάκι, πήδηξα
στο άλογό μου και έφυγα. Σε λίγο μπροστά μου ξεπετάγονταν οχτώ αρματωμένοι, ο εξάδελφός μου ο Αντώνης Κολοκοτρώνης και επτά ανήψια του.
– Κανείς δεν είναι στην Πιάνα, μου είπε ο Αντώνης. Ούτε στην Αλωνίσταινα. Είναι φευγάτοι. – Ας μη είναι κανείς αποκρίθηκα. Ο τόπος σε λίγο θα γιομίση παλληκάρια… Ο Θεός υπέγραψε την λευτεριά της Ελλάδος και δεν θα πάρη πίσω την υπογραφή του».
(Θεόδωρος Κολοκοτρώνης)
«Χωρίς αρετή και πόνο εις την πατρίδα και πίστη εις την θρησκεία τους έθνη δεν υπάρχουν».
«…Κι’ αν είμαστε ολίγοι…παρηγοριώμαστε μ’ έναν τρόπον, ότι η τύχη μας έχει τους Έλληνες πάντοτε ολίγους. Ότι αρχή και τέλος, παλαιόθεν και ως τώρα, όλα τα θερία πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούνε, τρώνε από μας και μένει και μαγιά. Και ολίγοι αποφασίζουν να πεθάνουν, κι΄όταν κάνουν αυτείνη την απόφασιν, λίγες φορές χάνουν και πολλές κερδαίνουν…».
«…Τούτην την πατρίδα την έχομεν όλοι μαζί, και σοφοί κι’ αμαθείς και πλούσιοι και φτωχοί και πολιτικοί και στρατιωτικοί και οι πλέον μικρότεροι άνθρωποι, όσοι αγωνιστήκαμεν, αναλόγως ο καθείς, έχομεν να ζήσωμεν εδώ. Το λοιπόν δουλέψαμεν όλοι μαζί, να την φυλάμε κι’ όλοι μαζί και να μη λέγη ούτε ο δυνατός «εγώ», ούτε ο αδύνατος. Ξέρετε πότε να λέγει ο καθείς «εγώ»; Όταν αγωνιστή μόνος του και φκειάση, ή χαλάση, να λέγη εγώ, όταν όμως αγωνίζονται πολλοί να φκειάνουν, τότε να λένε «εμείς». Είμαστε εις το «εμείς» κι’ όχι εις το «εγώ». Και εις το εξής να μάθωμεν γνώση, αν θέλωμεν να φκειάσωμεν χωριόν,
να ζήσωμεν όλοι μαζί….».
(Ιω. Μακρυγιάννης)
«Το Ελληνικόν Έθνος, αφ’ ού υπέκυψεν εις τον βάρβαρον και σκληρότατον ζυγόν της Οθωμανικής τυραννίας, υστερήθη όχι μόνον την ελευθερίαν του, αλλά και παν είδος μαθήσεως…και ήτον ενδεχόμενον να εκλείψη διόλου από το Έθνος η Ελληνική γλώσσα, εάν δεν την διέσωζεν η Εκκλησία προς ήν οφείλεται και κατά τούτο ευγνωμοσύνη».
(Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός)
«Μόνον του Ευαγγελίου η διδαχή εμπορεί να σώση την αυτονομίαν του Γένους, όταν μάλιστα κηρύττεται από ποιμένας φίλους της αληθείας και της δικαιοσύνης»
(Αδ. Κοραής)
«…Τούτο παρακαλώ να τους παραγγείλετε να πράττωσιν εις το εξής, παριστάνοντες εις αυτούς, ότι πολεμούν όχι μόνον υπέρ πατρίδος, αλλά και υπέρ πίστεως».
korais
(Αδ. Κοραής προς Γ. Κουντουριώτην, 1824)
«…Μόνη η δικαιοσύνη φέρει την ελευθερίαν, την δύναμιν και την ασφάλειαν. Όπλα χωρίς δικαιωσύνην, γίνονται όπλα ληστών, ζώντων εις καθημερινόν κίνδυνον
να στερηθώσι την δύναμιν από άλλους ληστάς, ή και να κολασθώσιν ως λησταί από νόμιμον εξουσίαν. Η ανδρεία χωρίς την δικαιοσύνην είναι ευτελές προτέρημα,
η δικαιοσύνη, αν εφυλάσσετο από όλους, ουδέ χρείαν όλως είχε της ανδρείας. Και αυτή του Θεού η παντοδυναμία ήθελ’ είσθε χωρίς όφελος διά τους ανθρώπους,
αν δεν ήτον ενωμένη με την άπειρον δικαιοσύνην του…».
(Αδ, Κοραής προς Οδυσσέα Ανδρούτσον, 1824)
«…Αχ, διά τους οικτιρμούς του Θεού, ο οποίος είναι όλος αγάπη, διά το όνομα της Πατρίδος, η οποία είναι όλη αρετή, ας καθαρίσωμεν την ψυχήν μας,
και εις αυτήν την ώραν του κινδύνου, από τον ρύπον της διχονοίας, ας θάψωμεν εις τον τάφον της λησμονησίας τα άγρια και ανόητα πάθη μας, ας πλύνωμεν τας
μεμολυσμένας καρδίας εις το ιερόν λουτρόν της αγάπης, ο πατριωτισμός ας λαμπρύνη, εις το εξής τον θολωμένον νουν μας, η ειλικρίνεια ας βασιλεύση εις την
καρδίαν μας, η αγάπη κα η σύμπνοια ας προπορεύωνται, ως νεφέλη πυρός, όλων των βουλών μας και όλων των έργων μας».
(Σπ. Τρικούπης)
«Κι’ όσο αγαπώ την πατρίδα μου δεν αγαπώ άλλο τίποτας. Ναρθή ένας να μου ειπή ότι θα πάγη ομπρός η πατρίδα, στρέγομαι να μου βγάλη και τα δυό μου
μάτια. Ότι αν είμαι στραβός, και η πατρίδα μου είναι καλά, με θρέφει, αν η πατρίδα μου αχαμνά, δέκα μάτια νάχω, στραβός θανά είμαι. Ότι σ΄αυτείνη θα ζήσω,
δεν έχω σκοπό να πάγω αλλού».
(Ιω. Μακρυγιάννης)
«Είναι καιρός…να κρημνίσωμεν από τα νέφη την Ημισέληνον διά να υψώσωμεν το σημείον, δι’ ού πάντοτε νικώμεν, λέγω τον Σταυρόν και ούτω να εκδικήσωμεν
την πατρίδα και την ορθόδοξον ημών πίστιναπό την ασεβή των ασεβών καταφρόνησιν»;
(Αλ. Υψηλάντης)
«…Η ημέρα εκείνη, την οποίαν επιθυμούσαν οι πατέρες μας να την ιδούν, έφθασε και ο Νυμφίος έρχεται…Έφθασεν ο καιρός διά να λάμψη πάλιν ο Σταυρός
και να λάβη πάλιν η Ελλάς, η δυστυχής Πατρίς μας, την ελευθερίαν της…».
«Ότι και αν εκάμαμεν, είτε εγώ, είτε οι συνάδελφοί μου, είτε ως εταίροι, είτε ως αγωνισταί, ήτο έμπνευσις και έργον της Θείας Προνοίας, και ουδέν
ηθέλομεν πράξει άνευ της εμπνεύσεως ταύτης».
(Άνθιμος Γαζής)
«ΙΔΟΥ ο Θεός μεθ’ ημών, ος επάταξεν έθνη πολλά και απέκτεινε βασιλείς κραταιούς. Ο Παντοκράτωρ Θεός δεν μας αφήνει εις την διάκρισιν του εχθρού.
Αλλά είναι σύμμαχός μας, καθώς πολλάκις το είδομεν και άμποτε εις το εξής διά της δυνάμεως του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού και διά της ενεργείας και γενναιότητός
σας να αφανισθή ο εχθρός εξ ολοκλήρου…».
(Π. Μαυρομιχάλης προς τον Θ.Κολοκοτρώνη)
«ΧΩΡΙΣ αρετή και θρησκεία δεν σχηματίζεται κοινωνία, ούτε βασίλειον».
(Στρατηγός Μακρυγιάννης)
«Ο Θεός είναι μετά της Ελλάδος και υπέρ της Ελλάδος και αύτη σωθήσεται. Επί ταύτης της πεποιθήσεως αντλώ πάσας μου τας δυνάμεις και πάντας τους πόρους».
(Ι. Καποδίστριας)
«Η Ιστορία και το μέλλον της Ελλάδος στηρίζονται πάνω σε τρεις λέξεις: Θρησκεία, Ελευθερία, Πατρίς».
(Παλαιών Πατρών Γερμανός)
«Εγώ, η φαμίλια μου, τα’ άρματά μου, ότι έχω είναι για την Ελλάδα».
(Θεόδωρος Κολοκοτρώνης)
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΑ

πηγή: "  http://www.defencenet.gr  "

Τετάρτη 4 Δεκεμβρίου 2013

3 Δεκεμβρίου 1912: Η Ναυμαχία της Έλλης !

Η Ναυμαχία της Έλλης ήταν η πρώτη από την εποχή του Αγώνα της Ανεξαρτησίας αναμέτρηση του ελληνικού και του τουρκικού στόλου, κατά τον Α' Βαλκανικό Πόλεμο. Πραγματοποιήθηκε το πρωί της 3ης Δεκεμβρίου 1912 (16 Δεκεμβρίου με το νέο ημερολόγιο) στ' ανοιχτά του ακρωτηρίου Έλλη (Ελές-Μπουρνού στα τουρκικά) της χερσονήσου της Καλλίπολης, κοντά στην είσοδο των Στενών των Δαρδανελλίων. Διήρκεσε μία ώρα και έληξε με νίκη των ελληνικών δυνάμεων.
Τους πρώτους μήνες του Α' Βαλκανικού Πολέμου ο ελληνικός στόλος κυριαρχούσε στο Αιγαίο. Υπό την ηγεσία του Υδραίου υποναυάρχου Παύλου Κουντουριώτη (1855-1935), αρχικά απελευθέρωσε τη Λήμνο και εγκατέστησε στον όρμο του Μούδρου το προκεχωρημένο αγκυροβόλιο του Στόλου. Ακολούθησε η απελευθέρωση του Αγίου Όρους, των νησιών του βορείου και ανατολικού Αιγαίου (Θάσος, Σαμοθράκη, Ίμβρος, Τένεδος, Άγιος Ευστράτιος, Μυτιλήνη, Χίος). Αντίθετα, ο τουρκικός στόλος υπό τη διοίκηση του ναυάρχου Ραμίζ Μπέη παρέμεινε προστατευμένος στα στενά των Δαρδανελίων, χωρίς να επιχειρήσει έξοδο στο Αιγαίο.
Στα τέλη Νοεμβρίου υπήρχαν πληροφορίες ότι ο τουρκικός στόλος θα επιχειρούσε έξοδο στο Αιγαίο. Το απόγευμα της 1ης Δεκεμβρίου ο ελληνικός στόλος υπό τον υποναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη απέπλευσε από το ορμητήριό του στον Μούδρο, όταν πληροφορήθηκε ότι το τουρκικό καταδρομικό «Μετζηδιέ» εθεάθη στην είσοδο των Δαρδανελλίων. Η περιπολία του ελληνικού στόλου κράτησε μέχρι το πρωί της 3ης Δεκεμβρίου 1912, χωρίς να φανεί κανένα ίχνος του εχθρού.
Στις 8 το πρωί της ημέρας αυτή κι ενώ ο ελληνικός στόλος είχε πορεία από βορρά προς νότο, έγινε αντιληπτή η έξοδος του τουρκικού στόλου στο Αιγαίο.
Λίγο αργότερα αναγνωρίσθηκαν τα θωρηκτά «Χαϊρεδίν Βαρβαρόσας», ναυαρχίδα του Ραμίζ Μπέη, «Τουργκούτ Ρέις», «Μεσουντιέ», «Ασαρ -ι- Τεφίκ», το καταδρομικό «Μετζηδιέ» και μερικά αντιτορπιλλικά.  Ο ελληνικός στόλος του Αιγαίου αποτελείτο από τη ναυαρχίδα «Αβέρωφ», τα τρία παλιά θωρηκτά «Ύδρα», «Σπέτσαι» και «Ψαρά», τα τέσσερα νεότευκτα ανιχνευτικά τύπου Λέων, τα δύο νεότευκτα αντιτορπιλλικά «Νέα Γενεά» και «Κεραυνός» και τα οκτώ παλαιότερα μικρά αντιτορπιλικά των τύπων Θύελλα και Νίκη.
Αμέσως σήμανε συναγερμός. Στις 8:55 ο Κουντουριώτης διατάσσει τα ανιχνευτικά να ταχθούν σε μια στήλη αριστερά και σε απόσταση 1000 μέτρων από τη γραμμή των ελληνικών θωρηκτών, ενώ τα υπόλοιπα αντιτορπιλικά πήραν θέσεις προς την πρύμνη των θωρηκτών. Στις 9:00 τα τουρκικά θωρηκτά στράφηκαν προς βορρά, πλέοντας κοντά στην ακτή, ώστε να εξασφαλίσουν την κάλυψη των πυροβόλων των επακτίων φρουρίων και να αυξήσουν τη δύναμη πυρός τους. Ακαριαία ήταν και η αντίδραση του ελληνικού στόλου, που άλλαξε πορεία και τέθηκε σε καταδίωξη του εχθρικού στόλου. Από τον «Αβέρωφ» εκπέμπεται τότε προς τα πλοία του ελληνικού στόλου το ιστορικό σήμα του ναυάρχου Κουντουριώτη: «Με τη βοήθεια του Θεού και τας ευχάς του Βασιλέως και εν ονόματι του Δικαίου, πλέω μεθ’ ορμής ακαθέκτου και με πεποίθησιν εις την Νίκην κατά του εχθρού του Γένους».
Οι πορείες των δύο στόλων άρχισαν να συγκλίνουν και στις 9:05 βρίσκονταν σε απόσταση 14 χιλιομέτρων. Ο Κουντουριώτης ανέμενε να αρχίσει πρώτος ο εχθρός το πυρ, θέλοντας να αποφύγει τη σπατάλη πυρομαχικών έως ότου η απόσταση μειωθεί, ώστε να επιτρέπει δραστική βολή. Πράγματι  στις 9:22 η τουρκική ναυαρχίδα άνοιξε πρώτη πυρ από απόσταση 12.500 μέτρων. Ο «Αβέρωφ» ανταπέδωσε τα πυρά και η μάχη γενικεύτηκε.
Από το ξεκίνημα της σύγκρουσης τα τουρκικά θωρηκτά συγκέντρωσαν τα πυρά τους στη νεότευκτη ναυαρχίδα του ελληνικού στόλου. Το πυρ τους ήταν αρκετά ταχύ και πυκνό, δεν συνδυαζόταν όμως με την ανάλογη ακρίβεια. Αλλά και τα πυρά του ελληνικού στόλου δεν ήταν πολύ ακριβέστερα. Ο «Αβέρωφ» ρίχτηκε στη μάχη χωρίς να έχει προλάβει να εκτελέσει ασκήσεις πυρών μάχης, τα δε παλαιά θωρηκτά είχαν πανάρχαια πυροβόλα με πρωτόγονα μέσα σκόπευσης και διεύθυνσης βολής.
Στις 9:35 η απόσταση μεταξύ των δύο αντιπάλων είχε κατέλθει στα 9.500 μέτρα. Τότε ο ναύαρχος Κουντουριώτης αποφάσισε να θέσει σε εφαρμογή ένα σχέδιο, που από καιρό είχε ωριμάσει μέσα του, δηλαδή να  να εκμεταλλευτεί την υπεροχή ταχύτητας της ναυαρχίδας του για να υπερφαλαγγίσει από πρώρας την εχθρική παράταξη, εφαρμόζοντας τον «ελιγμό Ταυ», που πρώτος είχε εφαρμόσει ο γιαπωνέζος ναύαρχος Τόγκο κατά του ρωσικού στόλου στη Ναυμαχία της Τσουσίμα (27-28 Μαΐου 1905). Αποφάσισε να δράσει ανεξάρτητα από τον λοιπό στόλο, υψώνοντας το σχετικό σήμα Ζ και διέταξε τον κυβερνήτη της ναυαρχίδας του Σοφοκλή Δούσμανη να αυξήσει την ταχύτητα μέχρι το μέγιστο και όρμησε ακάθεκτος κατά του εχθρού.
Ο Τούρκος ναύαρχος, αιφνιδιασμένος από τον ελιγμό του αντιπάλου του, διατάσσει διαδοχική στροφή των πλοίων κατά 180 μοίρες προς τα δεξιά. Η εξέλιξη αυτή σήμανε τη διάσπαση της γραμμής και την άτακτη υποχώρησή του προς τα Στενά γύρω στις 10:00. Η ευκαιρία ήταν μοναδική για τον «Αβέρωφ» να καταδιώξει τα υποχωρούντα τουρκικά πλοία και να πετύχει αποφασιστικό πλήγμα κατά του εχθρικού στόλου. Δυστυχώς, όμως, η ταχύτητα πυρός του είχε μειωθεί δραστικά, εξαιτίας προβλημάτων στα κλείστρα των πυροβόλων.
Την ίδια ώρα, τα υπόλοιπα λοιπά ελληνικά πλοία έβαλαν κατά των υποχωρούντων τουρκικών από απόσταση 5.000 μέτρων. Στις 10:25 το πυρ έπαυσε από τα ελληνικά πλοία, καθώς τα τουρκικά χάθηκαν στα στενά των Δαρδανελλίων.
Η Ναυμαχία της Έλλης είχε τελειώσει με μία ακόμη λαμπρή σελίδα να προστίθεται στη ναυτική ιστορία της Ελλάδας. Ο ελληνικός στόλος παρέμεινε κοντά στα Στενά έως τις 14:30, οπότε αποχώρησε με πορεία προς τον Μούδρο, όπου κατέπλευσε νωρίς το βράδυ.
Η επικράτηση του ελληνικού στόλου  οφειλόταν κατά ένα μεγάλο μέρος στον τολμηρό ελιγμό του Κουντουριώτη, αλλά και την υπεροχή του «Αβέρωφ» έναντι των πλοίων του τουρκικού στόλου. Η ενέργεια αυτή του Έλληνα ναυάρχου είχε ως αποτέλεσμα να βρεθεί ο «Αβέρωφ» μέσα στο βεληνεκές των επάκτιων πυροβόλων και να υποστεί ορισμένες επιφανειακές βλάβες στα υπερστεγάσματα. Τα τουρκικά πλοία είχαν βαρύτερες ζημιές, αλλά και απώλειες στο έμψυχο δυναμικό τους, με 58 νεκρούς και 40 τραυματίες.
Οι ελληνικές απώλειες ανήλθαν σε ένα νεκρό υπαξιωματικό, τον σηματωρό Κατζιτζάρη και τον ανθυποπλοίαρχο Μαμούρη, που πέθανε λίγες ημέρες αργότερα από μόλυνση του τραύματός του. Οι τραυματίες ανήλθαν στους επτά.
Η Ναυμαχία της Έλλης αποτέλεσε στρατηγικής σημασίας νίκη του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού. Ο έλεγχος του Αιγαίου παγιώθηκε, ενώ οι Τούρκοι δεν μπόρεσαν να χρησιμοποιήσουν τον θαλάσσιο δρόμο, ώστε να ενισχύσουν τις δυνάμεις τους που μάχονταν σε Μακεδονία και Θράκη.
Πηγή: (Sansimera.gr)
Τμήμα ειδήσεων defencenet.gr

Σάββατο 30 Νοεμβρίου 2013

Όταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος πρότεινε τον Κεμάλ για το νόμπελ ειρήνης !!!


Για να μαθαίνουμε και λίγη ιστορία... Σας αντιγράφω την έπιστολήν την οποία έστειλε ό ίδιος εις τον πρόεδρο απονομής των βραβείων "Νόμπελ" τό 1932, διά νά απονείμη ή επιτροπή τό "Νόμπελ Ειρήνης" παρακαλώ, εις τον Μουσταφά Κεμάλ, ό όποιος κατέσφαξε 2,5 εκατομμύρια Έλληνες και Αρμενίους. Ακολουθεί η επιστολή:

 «Κύριε πρόεδρε, Έπί επτά σχεδόν αιώνες όλη ή Έγγύς Ανατολή και ένα μεγάλο τμήμα τής Ευρώπης υπήρξαν τό θέατρο αιματηρών πολέμων, τών οποίων ή άντίχηση υπήρξε τεράστια. Ή οθωμανική αυτοκρατορία και τό απολυταρχικό καθεστώς τών σουλτάνων υπήρξε τό βασικό αίτιο. Ή υποταγή χριστιανικών λαών σέ έναν ζυγό αφόρητης καταπίεσης, οι θρησκευτικοί πόλεμοι του Σταυρού εναντίον τής Ημισελήνου, μέ μοιραία κατάληξη και οι αλλεπάλληλες εξεγέρσεις όλων αυτών τών λαών, πού ήλπιζαν στή χειραφέτηση τους, δημιούργησαν μία κατάσταση πραγμάτων πού θά παρέμενε μόνιμη πηγή κινδύνων όσο ή οθωμανική αυτοκρατορία διατηρούσε τήν πορεία πού είχαν χαράξει οι σουλτάνοι. 

 Ή εγκαθίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας τό 1922, όταν τό εθνικό κίνημα του Μουσταφά Κεμάλ Πασά θριάμβευσε επί των αντιπάλων του, (σ.σ. Έπί ποίων αντιπάλων του εθριάμβευσεν ό Κεμάλ τό 1922 και το χαίρετε τόσο πολύ ό "Εθνάρχης" μας; Μήπως είναι οι Έλληνες;) έθεσε οριστικώς τέρμα σ' αύτη την κατάσταση αστάθειας και έλλειψης ανεκτικότητας, της όποιας ή διατήρηση δεν θα γεννούσε παρά μόνον νέους και σοβαρούς κινδύνους γιά τήν ειρήνη στό μέλλον. 

 Σπανίως πραγματοποιείται σέ τόσο μικρό χρονικό διάστημα μία τόσο ριζική αλλαγή στή ζωή μιας χώρας. Τή θέση μιας φθίνουσας αυτοκρατορίας, ή οποία ζει ύπό ένα θεοκρατικό καθεστώς, όπου ή έννοια του δικαίου και τής θρησκείας συγχέονται, παίρνει ένα εθνικό καί σύγχρονο κράτος, γεμάτο ζωντάνια. 

 Μέ τήν προτροπή του μεγάλου μεταρρυθμιστή Μουσταφά Κεμάλ Πασά, τό απολυταρχικό καθεστώς των σουλτάνων καταργήθηκε καί τό κράτος έγινε απολύτως λαϊκό. Ολόκληρο τό έθνος κινητοποιήθηκε προς τή φιλόδοξη, δίκαιη προσπάθεια νά συμπεριληφθεί στην εμπροσθοφυλακή τών πολιτισμένων λαών. Όμως, τό κίνημα γιά τήν εδραίωση τής ειρήνης συμβάδισε μέ όλες τις εσωτερικές μεταρρυθμίσεις πού έδωσαν στό νέο, εντόνως εθνικό, κράτος τής Τουρκίας τή σημερινή του μορφή.

 Η Τουρκία ρύθμισε πράγματι όλα τα εδαφικά θέματα μέ τους γείτονες της καί, απολύτως ικανοποιημένη άπό τά εθνικά καί πολιτικά της σύνορα, κατέστη πραγματικός πυλώνας τής ειρήνης στην εγγύς Ανατολή. Εμείς οι Έλληνες, τους οποίους οί αιματηροί αγώνες κράτησαν επί πολλούς αιώνες σέ μια κατάσταση συνεχούς αντιπαράθεσης μέ τήν Τουρκία, είμαστε οί πρώτοι πού είχαμε τήν ευκαιρία νά αισθανθούμε τά αποτελέσματα τής βαθειάς αλλαγής πού συνετελέσθη στή χώρα αυτή, τή διάδοχο τής παλαιάς οθωμανικής αυτοκρατορίας. 

 Έχοντας, από τήν έπαύριο τής καταστροφής στή Μικρά Ασία, διακρίνει τήν πιθανότητα μιας συνεννόησης μέ τήν αναγεννημένη Τουρκία, ή οποία βγήκε άπό τον πόλεμο ώς εθνικό κράτος, τής τείναμε τό χέρι τό οποίο εκείνη δέχθηκε και έσφιξε μέ ειλικρίνεια. Άπό τήν προσέγγιση αυτή, ή οποία μπορεί νά χρησιμεύσει ώς παράδειγμα τών δυνατοτήτων συνεννόησης ανάμεσα σέ δύο λαούς τους οποίους έχουν διαιρέσει οί πλέον σοβαρές διαφορές, έφ' όσον αφεθούν νά διαποτιστούν άπό τήν ειλικρινή επιθυμία τής ειρήνης, δέν προέκυψαν παρά μόνο ευεργετήματα, τόσο γιά τις δύο χώρες, όσο και γιά τήν ειρηνική τάξη στην Εγγύς Ανατολή. Ό άνθρωπος στον όποιο οφείλεται ή πολύτιμη αυτή συμβολή στην υπόθεση τής ειρήνης είναι ό πρόεδρος τής Τουρκικής Δημοκρατίας, Μουσταφά Κεμάλ Πασάς. 

 Έχω λοιπόν τήν τιμή, μέ τήν ιδιότητα μου ώς αρχηγού τής ελληνικής κυβέρνησης τό 1930, όταν ή υπογραφή του έλληνο-τουρκικού συμφώνου σημάδεψε μια νέα εποχή στην πορεία τής Εγγύς Ανατολής προς τήν ειρήνη, νά θέσω πρό τών εξεχόντων μελών τής επιτροπής του βραβείου Νόμπελ για τήν ειρήνη τήν υποψηφιότητα του Μουσταφά Κεμάλ Πασά, ώς άξιου αυτής τής επιφανούς τιμής. Δεχθείτε, κύριε πρόεδρε, τήν έκφραση τής μέγιστης εκτίμησης μου.

 Υπογραφή, 
Ελευθέριος Βενιζέλος, 

Πρωθυπουργός τής Ελλάδος».
Ιδού και το γράμμα του:




ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΑ
 
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΘΕΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΔΟΞΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2013

Ο Αριστοτέλης για το φόβο και το θάρρος - Ο ΤΕΛΕΙΟΣ ΟΡΙΣΜΟΣ

Ο φόβος λοιπόν είναι κάποια λύπη ή ταραχή πού προκαλείται από την αίσθηση κάποιου κακού πού επαπειλείται, ενός κακού πού μπορεί να μάς καταστρέψει ή να μάς λύπηση.
 
Γιατί οι άνθρωποι δεν φοβούνται όλα τα κακά, όπως π.χ. αν θα γίνουμε άδικοι ή βραδείς στη σκέψη, αλλά όσα μπορούν να μάς φέρουν μεγάλη λύπη ή καταστροφή, και μάλιστα όταν αυτά δεν βρίσκονται μακριά, αλλά φαίνονται πολύ κοντά, ότι επίκεινται. Γιατί τα πολύ μακρινά δεν τα φοβούνται. Γιατί όλοι γνωρίζουν ότι θα πεθάνουν, αλλά πιστεύουν ότι ο θάνατος δεν είναι κοντά, γι’ αυτό δεν τούς νοιάζει.
 
Αν λοιπόν αυτός είναι ο φόβος, κατ’ ανάγκη φοβερά είναι όλα αυτά πού φαίνονται πώς έχουν μεγάλη δύναμη να μάς καταστρέψουν ή να μάς προξενήσουν βλάβες πού θα έχουν ως αποτέλεσμα μεγάλη λύπη.
 
Γι’ αυτό και οι ενδείξεις αυτών των δυστυχημάτων προξενούν φόβο. Γιατί φαίνεται κοντά αυτό πού φοβούμαστε. Γιατί αυτό ακριβώς είναι ο κίνδυνος, ο ερχομός του φοβερού. Και τέτοιες ενδείξεις είναι ή έχθρα και ή οργή ανθρώπων πού έχουν τη δύναμη να κάνουν κάποιο κακό. Γιατί είναι φανερό ότι θέλουν να το κάνουν, ώστε βρίσκονται κοντά στο να το κάνουν. Τέτοια ένδειξις είναι και η αδικία πού έχει δύναμη, γιατί ο άδικος είναι άδικος γιατί προκρίνει την αδικία. Ένδειξις είναι και ή αρετή πού την έχουν προσβάλει, όταν αποκτά δύναμη. 
 
Γιατί είναι φανερό ότι έχει την προαίρεση πάντοτε να κάνει κακό, όταν προσβάλλεται, αλλά μόνο τώρα έχει τη δύναμη να το πράξει. ’Ένδειξις είναι και ο φόβος αυτών πού μπορούν να κάνουν κάτι. Γιατί κι αυτός κατ’ ανάγκη είναι έτοιμος να μάς βλάψει. Επειδή οι πολλοί είναι κακοί και επιδιώκουν το κέρδος και είναι δειλοί στους κινδύνους, είναι φοβερό να κρέμεσαι από την εξουσία τού άλλου, ώστε ένας πού έχει διαπράξει έγκλημα, έχει λόγους να φοβάται τούς συνενόχους του μήπως τον καταγγείλουν ή τον εγκαταλείπουν. 
 
Και όσοι έχουν τη δύναμη να αδικούν εμπνέουν το φόβο σε αυτούς πού μπορούν να αδικούνται χωρίςεκδίκηση. Γιατί οι άνθρωποι ως επί το πλείστον αδικούν, όταν μπορούν. ’Επίφοβοι είναι και όσοι έχουν αδικηθεί ή νομίζουν ότι αδικούνται. Γιατί πάντα παραφυλάνε την ευκαιρία. Φοβεροί είναι κι αυτοί πού έχουν αδικήσει, αν έχουν δύναμη, γιατί φοβούνται μήπως πάθουν τα ίδια, δεδομένου ότι αυτό, όπως είπαμε, προκαλεί φόβο. Κι όσοι διεκδικούν το ίδιο πράγμα και δεν είναι δυνατό ταυτόχρονα να το έχουν και οι δυο. Γιατί αυτοί οι άνθρωποι βρίσκονται σε διαρκή πόλεμο μεταξύ τους. Και όσοι είναι επίφοβοι στους ισχυρότερους από μάς, είναι και σε μάς επίφοβοι. Γιατί μπορούν περισσότερο να βλάψουν εμάς, αφού μπορούν να βλάψουν τούς ισχυρότερους.
 
 Φοβεροί είναι κι αυτοί τούς οποίους φοβούνται οι ισχυρότεροι μας, κι αυτό για τον ίδιο λόγο. Κι όσοι έχουν σκοτώσει τούςισχυρότερους μας. Κι όσοι επιτίθενται εναντίον των ασθενέστερων τους. Γιατί αυτοί ή είναι ήδη επίφοβοι ή θα γίνουν όταν αυξηθεί ή δύναμη τους. 
Και από εκείνους πού έχουν αδικηθεί, είτε εχθροί είναι είτε αντίπαλοι, επίφοβοι δεν είναι οί οξύθυμοικαι οί ελευθερόστομοι, αλλά οι πράοι και οι είρωνες και οι πανούργοι. Γιατί είναι αβέβαιο αν θαεκδηλωθεί σύντομα ή εκδίκησις τους, ώστε ποτέ δεν γνωρίζει κανείς αν βρίσκεται μακριά από αυτήν. 
 
Kι όλα τα φοβερά είναι φοβερότερα, αν τα σφάλματά μας δεν είναι δυνατό να τα επανορθώσουμε,αλλά ή είναι εντελώς αδύνατο αυτό το πράγμα ή δεν είναι στο χέρι μας, αλλά στο χέρι των αντιπάλων μας. Επίσης και εκείνα πού δεν μπορεί κανείς να βοηθήσει ή δεν είναι εύκολο να τα βοηθήσει. Καιγενικά, φοβερά είναι όσα γίνονται εις βάρος των άλλων ή μέλλουν να συμβούν και προκαλούν τον οίκτο. Τα φοβερά λοιπόν πράγματα και όσα γενικά φοβούνται οι άνθρωποι, σχεδόν αυτά είναι τα πιο σπουδαία. 
Τώρα θα αναπτύξουμε σε ποια κατάσταση βρίσκονται οι άνθρωποι και φοβούνται.
 
Αν λοιπόν o φόβος προκύπτει από την προσδοκία ότι θα πάθουμε κάποια συμφορά, είναι φανερό ότικανείς από εκείνους πού νομίζουν ότι δεν πρόκειται να πάθουν κανένα κακό, δεν φοβάται. Και δενφοβούνται ούτε αυτά πού δεν νομίζουν ότι δεν πρόκειται να πάθουν, ούτε εκείνους από τούς οποίουςδεν νομίζουν ότι θα τα πάθουν, ούτε τότε φοβούνται, όταν δεν νομίζουν ότι πρόκειται να πάθουν τίποτε. Συνάγεται λοιπόν ότι κατ’ ανάγκη φοβούνται εκείνοι πού νομίζουν ότι κάτι θα πάθουν, και ταπρόσωπα από τα όποια φοβούνται ότι θα το πάθουν, και αυτά πού θα πάθουν, και το χρόνο πού θατο πάθουν. 
 
Και δεν πιστεύουν ότι θα πάθουν τίποτε εκείνοι πού βρίσκονται σε μεγάλη ευτυχία η νομίζουν ότιβρίσκονται σε μεγάλη ευτυχία, για αυτό είναι και αυθάδεις και αλαζονικοί και θρασείς (και τέτοιους κάνει τούς ανθρώπους ο πλούτος, ή σωματική δύναμις, οι πολλοί φίλοι, ή κοινωνική επιρροή). Επίσηςδεν φοβούνται αυτοί πού νομίζουν ότι έχουν πάθει ήδη τα πάνδεινα και βλέπουν με ψυχρή αδιαφορίατο μέλλον, σαν αυτούς πού είναι καταδικασμένοι στο θάνατο με αποτυμπανισμό. ’Αλλά πρέπει ναυπάρχει κάποια ελπίδα σωτηρίας από την αγωνία τού φόβου. Απόδειξις είναι το γεγονός ότι ο φόβος κάνει τούς ανθρώπους να σκέπτονται, γιατί βέβαια κανείς δεν σκέπτεται τα ανέλπιστα. 
Ώστε πρέπει ο ρήτωρ να εμβάλλει στους ακροατές του τον φόβο ότι θα πάθουν κάτι, όταννομίζει ότι είναι καλύτερο να φοβούνται, γιατί σαν άνθρωποι μπορούν να το πάθουν, ότανμάλιστα άλλοι ισχυρότεροι έπαθαν κακό. Και να τούς δείχνει ότι και οι όμοιοί τους υποφέρουν ή έχουν πάθει κακό και από ανθρώπους πού δεν τον περίμεναν και μάλιστα τότε πού δεν το πίστευαν. 
 
Αφού λοιπόν αποσαφηνίσαμε τι είναι φόβος και ποια πράγματα είναι φοβερά και σε ποία "ψυχικήκατάσταση βρίσκονται οι άνθρωποι πού φοβούνται, από όλα αυτά γίνεται φανερό και τι είναι τοθάρρος και σε ποια πράγματα οι άνθρωποι είναι θαρραλέοι και σε ποια κατάσταση βρίσκονται καί είναι θαρραλέοι. Γιατί το θάρρος είναι αντίθετο στο φόβο και το θαρραλέο είναι αντίθετο στο φοβερό, έτσι πού ή ελπίδα για κάτι το σωτήριο συνοδεύεται από μια εντύπωση ότι βρίσκεται πολύ κοντά, κιότι τα φοβερά ή δεν υπάρχουν ή βρίσκονται μακριά. Θάρρος εμπνέουν και τα φοβερά όταν βρίσκονταιμακριά, και τα θαρραλέα όταν βρίσκονται κοντά. Κι αν ή θεραπεία (ενός κάπου) είναι δυνατή, κι ότανπροσφέρονται μεγάλες και πολλές βοήθειες ή όταν συντρέχουν και τα δυο μαζί. Και όταν δεν έχουμεαδικηθεί ή δεν έχουμε αδικήσει, κι όταν δεν υπάρχουν καθόλου αντίπαλοι μας ή δεν έχουν δύναμη ή έχουν δύναμη κι είναι φίλοι μας ή μάς έχουν ευεργετήσει ή έχουν ευεργετηθεί από μάς. Ή αν είναι πολλοί αυτοί πού έχουν τα ίδια με μάς συμφέροντα ή αν είναι ισχυροί ή και τα δυο μαζί.
 
Οι άνθρωποι είναι θαρραλέοι όταν βρίσκονται στην ακόλουθη κατάσταση. ’Άν πιστεύουμε ότι έχουμε κατορθώσει πολλά και δεν έχουμε πάθει τίποτε ή αν πολλές φορές έχουμε περιέλθει σε πολύ δύσκολη κατάσταση και διαφύγαμε τον κίνδυνο. Γιατί οί άνθρωποι μέ δυο τρόπους δέν προσβάλλονται από το φόβο ή γιατί δεν τον δοκίμασαν ή γιατί έχουν πάντα κάποια βοήθεια. Τό πράγμα μοιάζει με τούς κινδύνους τής θάλασσας. Εκεί, όσοι δεν δοκίμασαν φουρτούνα, έχουν εμπιστοσύνη στο μέλλον, το i6lo κι όσοι έχουν βοήθεια, την αποτελεσματικότητα τής οποίας έχουν δοκιμάσει ήδη. Και όταν κάτι δεν προξενεί φόβο στους όμοιους μας ούτε στους κατωτέρους μας ούτεσε κείνους πού νομίζουμε πώς είμαστε καλύτεροί τους. Και νομίζουμε ότι είμαστε ανώτεροι απόεκείνους τούς οποίους έχουμε νικήσει ή από τούς ίδιους ή από τούς ανωτέρους τους ή από τούς όμοιους με αυτούς. 
 
Και αν νομίζουν ότι έχουν περισσότερα και σπουδαιότερα πλεονεκτήματα, και με την υπεροχή τους αυτή προκαλούν το φόβο. Αυτά είναι το πλήθος των χρημάτων, ή σωματική ρώμη, οι φίλοι, οι γαίες,οι πολεμικοί εξοπλισμοί ή οι πλήρεις ή οι μεγαλύτεροι. Και αν δεν έχουμε αδικήσει ή κανέναν ή όχιπολλούς ή όχι τέτοιους πού μάς εμπνέουν φόβο. Και γενικά, αν τα πάμε καλά με τούς θεούς και ωςπρος τα άλλα και ως προς τούς οιωνούς και τούς χρησμούς. Γιατί ή οργή εμπνέει θάρρος και εκείνο πού προκαλεί την οργή δεν είναι το να αδικούμε αλλά το να αδικούμαστε, και γενικά πιστεύεται ότι ό θεός βοηθάει τούς αδικημένους. Τέλος νοιώθουμε θάρρος, όταν επιχειρούμε κάτι και φανταζόμαστε ότι δεν θα πάθουμε τίποτε ή ότι δεν θα πάθουμε και θα τα καταφέρουμε ως το τέλος. ’Αρκετά λοιπόν γι’ αυτά πού εμπνέουν το φόβο και το θάρρος.
Αριστοτέλους - Ρητορική 1381~1385 
thalamofilakas.blogspot.gr
 
Τμήμα ειδήσεων defencenet.gr